Αγαπητές συναδέλφισσες και αγαπητοί συνάδελφοι,
Είναι γεγονός ότι η εκπαίδευση έχει πληγεί ισχυρά από τις συνέπειες της κρίσης. Οι ασφυκτικές οικονομικές συνθήκες επιδείνωσαν την υποχρηματοδότηση της Παιδείας, η οποία μέχρι πριν από λίγα χρόνια οδήγησε σε συγχωνεύσεις σχολικών μονάδων, απολύσεις χιλιάδων εκπαιδευτικών, διακοπή των μόνιμων διορισμών, εκποίηση της δημόσιας τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης σε ιδιώτες, αδυναμία αντιμετώπισης των αναπόφευκτων φθορών σε υποδομές. Την εσκεμμένη υποβάθμιση του δημόσιου εκπαιδευτικού συστήματος από τμήμα του πολιτικού κόσμου εκμεταλλεύτηκαν επιχειρηματικοί παράγοντες που με τη βοήθεια κυβερνήσεων και τρόικα ξήλωσαν τη συνταγματική νομιμότητα από το χώρο της Παιδείας και ξεκίνησαν τη θεμελίωση του σχολείου της αγοράς.
Στο δικό μας χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης νιώσαμε καλά στο πετσί μας τις συνέπειες των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Η αφαίρεση της εποπτείας του κράτους από τα ιδιωτικά σχολεία και η κατεδάφιση του νομοθετικού πλαισίου έφεραν μεγάλη αύξηση της ανομίας στα ιδιωτικά σχολεία με την επικράτηση των φαινομένων της αδήλωτης αλλά και απλήρωτης (στο πεδίο των απογευματινών δράσεων κυρίως) εργασίας, την έκδοση παράνομων τίτλων σπουδών και την αλλοίωση πολλών ενδοσχολικών διαδικασιών (ωρολόγια προγράμματα, βαθμολογίες, ενδοσχολικές εξετάσεις). Το ζοφερό αυτό τοπίο είχε αντανάκλαση στη δραματική όξυνση των κοινωνικών και εκπαιδευτικών ανισοτήτων.
Σήμερα η υποχρηματοδότηση μπορεί να παραμένει ένα μεγάλο αγκάθι για το εκπαιδευτικό σύστημα. Όμως θεωρώ πως τουλάχιστον έχει αντιστραφεί η πορεία για την παράδοση του δημόσιου αγαθού της Παιδείας στα νύχια των επιτήδειων με αρχή το Ν. 4415/2016 και έχουν γίνει σημαντικά βήματα στην οργάνωση και στη διοίκηση του συστήματος. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά φαίνεται ότι τηρούνται οι στοιχειώδεις απαιτήσεις, ώστε τα σχολεία να λειτουργήσουν κανονικά, έστω και μέσα στο πλαίσιο της δύσκολης οικονομικής συγκυρίας.
Οφείλω όμως να τονίσω ότι οι ηρωικές προσπάθειες των αναπληρωτών εκπαιδευτικών, ιδίως αυτών στις ακριτικές και δύσκολες περιοχές της επικράτειας, που κρατούν όρθιο το εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να επιβραβευτούν. Είναι κεντρικό αίτημα της Ομοσπονδίας μας οι μαζικοί, μόνιμοι διορισμοί στην εκπαίδευση.
Για το δικό μας χώρο, σαφώς τα πράγματα είναι καλύτερα. Τόσο ο νόμος που προανέφερα, όσο και ο Ν. 4472/2017 επαναφέρουν ένα πλέγμα διατάξεων τήρησης της συνταγματικής νομιμότητας στα ιδιωτικά σχολεία και προστασίας του δημόσιου αγαθού της Παιδείας που αυτά παρέχουν. Προστατεύουν, επίσης, τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς από την εργασιακή εκμετάλλευση και δίνουν ώθηση στα δημόσια ταμεία με την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της μαύρης εργασίας που οργίαζαν στην ιδιωτική εκπαίδευση, τόσο στα ιδιωτικά σχολεία (κυρίως στις δράσεις εκτός στενού ωρολογίου προγράμματος) όσο και στα Φροντιστήρια Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και στα Κέντρα Ξένων Γλωσσών. Είναι, επίσης, σημαντική για πολιτικούς και ευρύτερα συμβολικούς λόγους η νομοθετική επιβεβαίωση της αναγνώρισης της πλήρους προϋπηρεσίας στην ιδιωτική εκπαίδευση των συναδέλφων που σήμερα εργάζονται ως αναπληρωτές στο δημόσιο.
Βεβαίως οι αισιόδοξες πλευρές δεν μπορούν να κρύψουν το γεγονός ότι η Παιδεία στη χώρα εξακολουθεί να είναι βαριά πληγωμένη από την πολυετή άσκηση νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Ωστόσο έγιναν κάποια βήματα αλλαγής του τοπίου και πιστεύω ότι οι αγώνες των συναδέλφων και των συλλογικοτήτων τους έπαιξαν σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την κατεύθυνση. Επαφίεται όμως σε όλους εμάς, ιδίως στην ιδιωτική εκπαίδευση, η τήρηση των νόμων και η παρεμπόδιση της ολοκλήρωσης του σχεδίου επιχειρηματιών, κομμάτων και ΜΜΕ για να ισοπεδωθεί η δημόσια εκπαίδευση και να αντικατασταθεί από το εμπόριο της γνώσης μέσω πολιτικών όπως την πλήρη παράδοση της ιδιωτικής εκπαίδευσης σε όρους «ελεύθερης» αγοράς, στην επιβολή του κουπονιού που θα βάλει λουκέτο σε χιλιάδες σχολεία, στην διάλυση εργασιακών δικαιωμάτων δημόσιων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών. Από μια τέτοια εφιαλτική πραγματικότητα οι κύριοι χαμένοι θα είναι τα παιδιά που προέρχονται από τις οικογένειες των μη προνομιούχων που θα στερηθούν το αγαθό της εκπαίδευσης, την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και στις καλές θέσεις της αγοράς εργασίας.
Μπροστά μας βρίσκονται μεγάλες προκλήσεις, παιδαγωγικές και πολιτικές. Ήδη στην ΟΙΕΛΕ προετοιμαζόμαστε για να διαμορφώσουμε μια συνολική, επικαιροποιημένη πρόταση για το Νέο Λύκειο. Είμαι βέβαιος ότι με τους συναδέλφους συσπειρωμένους στο πλευρό μας μπορούμε να πετύχουμε πολλά περισσότερα. Εύχομαι σε όλους μια γόνιμη και δημιουργική σχολική χρονιά.
Μιχάλης Κουρουτός
Πρόεδρος Δ.Σ. ΟΙΕΛΕ