Την 8η Μαρτίου γιορτάζουμε την παγκόσμια ημέρα των γυναικών. Είναι μια ημέρα μνήμης των αγώνων για τα δικαιώματά τους. 110 περίπου χρόνια έχουν περάσει από τότε που προτάθηκε η ημέρα αυτή προς τιμή της Γυναίκας το 1910 και κάτι λιγότερο από μισός αιώνας (1975) πριν η ημέρα αυτή καθιερωθεί από τα Ηνωμένα Έθνη. Στο διάστημα αυτό οι γυναίκες πάλεψαν για το δικαίωμα της ψήφου, για την εργασιακή και μισθολογική ισότητα, για την κοινωνική και οικονομική χειραφέτηση. Στη χώρα μας τα γυναικεία δικαιώματα καθυστέρησαν να αποκτηθούν, αν και η γυναίκες είχαν πάντα πρωταγωνιστικό ρόλο, ωστόσο αφανή. Αδιάψευστο τεκμήριο ότι το νόμιμο δικαίωμα της ψήφου το κέρδισαν μόλις το 1952.
Παρά την ισχυρή και δυναμική τους παρουσία στο χώρο, οι σκληρές νεοσυντηρητικές πολιτικές που συνόδεψαν την κρίση, έπληξαν κυρίως τις γυναίκες. Οι δραματικές αλλαγές ανέτρεψαν το πλαίσιο της ισότητας και έφεραν ξανά στην επιφάνεια την αυστηρή και κυνική ακροδεξιά/νεοφιλελεύθερη λογική που θέλει τις γυναίκες λιγότερο «ευέλικτες», προκειμένου να καταστούν «παραγωγικές» για τους εργοδότες του. Έτσι, χιλιάδες γυναίκες βρίσκονται αντιμέτωπες με την ανεργία, καθώς στο βωμό της οικονομικής κρίσης και της ανάπτυξης δικαιολογούνται πλήθος αυθαιρεσιών και παραβιάσεων στον ιδιωτικό τομέα. Οι απολύσεις ή εξώθηση σε παραίτηση κατά τη διάρκεια της κύησης, ή αμέσως μετά την επιστροφή από την άδεια μητρότητας είναι πλέον συχνό φαινόμενο και πικρή αλήθεια. Τέτοιου τύπου φαινόμενα απαντώνται δυστυχώς και στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, όπου η μεγάλη πλειονότητα των εργαζόμενων είναι γυναίκες.
Είναι χρέος μας, επομένως, η συλλογική μάχη απέναντι στις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών, απέναντι στην ανισότητα λόγω φύλου και σε όποια μορφή κι εάν αυτή έχει, σε βάρος της ανθρώπινης αξίας και αξιοπρέπειας, που κατατάσσει την Ελλάδα στις τελευταίες θέσεις (25η) στην Ευρώπη ως προς το συνολικό ποσοστό του δείκτη ισότητας (59,3%).
Κι αυτό γιατί διατηρούνται οι πολιτικές, που συντηρούν ή ευνοούν τις διακρίσεις σε βάρος των γυναικών σε νευραλγικά πεδία, όπως στην υγεία, στην εργασία, στην οικονομική κατάσταση, στη μόρφωση, στη διάθεση του χρόνου, στη συμμετοχή στη δημόσια ζωή και στη λήψη αποφάσεων, στην έμφυλη βία και στην παρενόχληση, στις πολλαπλές διακρίσεις, στα εμπόδια πρόσβασης στις Αρχές, αλλά και στο φόβο αντιποίνων και την έλλειψη εμπιστοσύνης σε περίπτωση καταγγελίας, που κρύβεται ηχηρά όμως πίσω από την αύξηση του αριθμού των γυναικοκτονιών. Μείζον ζήτημα που οφείλει το Κράτος να κοιτάξει στα μάτια, να πει με το όνομά του και να λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα.
Διατηρείται επίσης, δυστυχώς η παρεμπόδιση θεσμικής συμμετοχής των συνδικάτων στην αξιολόγηση και στη διαμόρφωση των πολιτικών για την ισότητα στην εργασία, καθώς έχει διακοπεί η λειτουργία των σταθερών δομών θεσμικού κοινωνικού διαλόγου στο Υπουργείο Εργασίας, που θα αναδείκνυε όχι μόνο την ανάγκη διαφάνειας ως προς την αποτελεσματικότητα των πολιτικών για την προώθηση της έμφυλης ισότητας και τον έλεγχο της εφαρμογής της, αλλά και την υποχρέωση συνοχής τους, λόγω του κατακερματισμού της αρμοδιότητας για την ισότητα φύλου.
Η επίθεση εναντίον των γυναικών είναι προπάντων μια επίθεση στους εργαζόμενους συνολικά, μια άνευ προηγουμένου διατάραξη της κοινωνικής συνοχής. Δεν έχουν ξεπεραστεί οι προκαταλήψεις αναφορικά με το κοινωνικό φύλο και μένουν ακόμα πολλά να γίνουν σε πολλά επίπεδα. Έχουμε πολύ δρόμο να διανύσουμε ακόμα για να κατοχυρώσουμε την ισότιμη αντιμετώπιση των γυναικών και την εξάλειψη κάθε διάκρισης, έχουμε ακόμη μακρόχρονο και σκληρό αγώνα μέχρι να πάψει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο