Η είσοδος του προγράμματος ΙΒ στα πρότυπα σχολεία ενισχύει τις εκπαιδευτικές ανισότητες
Με αφορμή τη χθεσινή μας ανακοίνωση για τα funds στην ιδιωτική εκπαίδευση όπου υπήρχε αναφορά για την πιλοτική εισαγωγή του προγράμματος ΙΒ σε 5 Πρότυπα Λύκεια, εκπρόσωπος του γραφείου του Υπουργού Παιδείας επικοινώνησε με την ΟΙΕΛΕ διευκρινίζοντας ότι δεν θα επιβληθούν δίδακτρα για όσα παιδιά επιλέξουν το συγκεκριμένο πρόγραμμα κι ότι αυτά θα καταβληθούν από το κράτος.
Ωστόσο, η πολιτική ενίσχυσης συγκεκριμένων τύπων σχολείων είναι ριζικά αντίθετη από την πολιτική που απαιτείται για το εκπαιδευτικό μας σύστημα και την οποία προτείνουν διαχρονικά η ΟΙΕΛΕ και το ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ. Η πρόταση πολιτικής μας βασίζεται κυρίως στη σχολή σκέψης των σκανδιναβικών συστημάτων (ιδίως της Φινλανδίας) που προτείνουν ενιαίο πρόγραμμα για όλα τα παιδιά, από την πρωτεύουσα του κράτους μέχρι το τελευταίο χωριό. Στον αντίποδα αυτής της σχολής βρίσκεται η αγγλοσαξωνική-νεοφιλελεύθερη σχολή της αγοράς που επιδιώκει την κατηγοριοποίηση σχολείων και μαθητών με καθαρά κοινωνικο-οικονομικά κριτήρια. Ποιοτική εκπαίδευση για λίγους, βασικές εκπαιδευτικές υπηρεσίες για τους πολλούς. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας αντίληψης είναι η γιγάντωση των εκπαιδευτικών και κοινωνικών ανισοτήτων.
Κατά την ΟΙΕΛΕ και το ΚΑΝΕΠ, κεντρική θέση σε μια εκπαιδευτική πολιτική που στοχεύει στην καταπολέμηση των ανισοτήτων έχει ένα δημοκρατικό και συμπεριληπτικό σχολείο που παρέχει υψηλότατου επιπέδου υπηρεσίες για όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα από την οικονομική και κοινωνική τους καταγωγή. Η κατάτμηση των σχολείων σε κατηγορίες εξυπηρετεί τον αντίθετο στόχο. Την μετατροπή του εκπαιδευτικού αγαθού σε ακριβοθώρητο προϊόν για λίγους. Κι αν κάποιοι πουν ότι «τα παιδιά των προτύπων φοιτούν κι αυτά σε δημόσια σχολεία», ας αναλογιστούν. Είναι, άραγε, ισότιμη η πρόσβαση στα πρότυπα για όλα τα παιδιά; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι. Σε έρευνα που είχαμε πραγματοποιήσει το 2023, διαπιστώσαμε ότι οι γονείς πρέπει να δαπανήσουν το εξωπραγματικό ποσό των περίπου 4500-5000 ευρώ το χρόνο (δίδακτρα για ένα μέσο ιδιωτικό σχολείο), προκειμένου τα παιδιά τους να κάνουν φροντιστήριο για τις εξετάσεις εισαγωγής στα σχολεία αυτά. Επομένως, οι πόρτες των πρότυπων είναι σχεδόν κλειστές για τα παιδιά των φτωχότερων στρωμάτων. Επιπλέον, η χρηματοδότηση του ποιοτικού μεν αλλά εξαιρετικά ακριβού προγράμματος του ΙΒ, στερεί από τα υπόλοιπα παιδιά πόρους που θα χρησιμοποιούνταν για τη βελτίωση του δημόσιου σχολείου σε υποδομές, εποπτικό υλικό, επιμόρφωση κ.λπ.
Το συμπέρασμα που αβίαστα προκύπτει είναι ότι η επιπλέον ενίσχυση των πρότυπων σχολείων δημιουργεί ένα (επιπλέον) άδικο πλεονέκτημα των μαθητών τους έναντι των παιδιών στα υπόλοιπα σχολεία. Η ΟΙΕΛΕ έχει προτείνει στις πολιτικές ηγεσίες, μετά από πολυετή ακαδημαϊκή και ερευνητική εργασία την οποία καθοδήγησε ο αείμνηστος Νίκος Παΐζης από το 2009 έως και το 2017, ριζοσπαστικές αλλαγές για ένα Λύκειο που θα λειτουργεί ως μια σύγχρονη εκπαιδευτική βαθμίδα. Παρουσιάζουμε πιο κάτω τα βασικά στοιχεία της πρότασης αυτής.
Η πρόταση της ΟΙΕΛΕ για ένα αναβαθμισμένο Λύκειο για όλους
Η μορφωτική αυτονομία του Γενικού Λυκείου, που τέθηκε ως αιτούμενο από το σύνολο των μελών του ΣΠΔΕ (2009), αναδεικνύεται από τη διακριτή και ταυτόχρονα συμπληρωματική θέση του στο εκπαιδευτικό σύστημα. Στον αντίποδα, η μη διακριτή και παραθετική θέση του στο σύστημα απαξιώνει τη μορφωτική και κοινωνική του αξία, και συμβάλλει στην παθογένεια του συστήματος. Αυτή η διακριτή και συμπληρωματική θέση του Γενικού Λυκείου στο εκπαιδευτικό σύστημα θα πρέπει να αποτυπώνεται κατά κύριο λόγο στο Πρόγραμμα Σπουδών του, που θα πρέπει να λαμβάνει σοβαρά υπόψη τα δύο χαρακτηριστικά της συγκριμένης βαθμίδας, που σταδιακά οδήγησαν στην απώλειάς της μορφωτικής αυτονομίας:
α) την θέση της (έπεται της υποχρεωτικής εκπαίδευσης και προηγείται της τριτοβάθμιας), και
β) τη σύνδεσή του πτυχίου της με το σύστημα πρόσβασης στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Η αδυναμία του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος, της ελληνικής αγοράς εργασίας και τελικά της ίδιας της κοινωνίας, να αναδείξει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της Τεχνικής και Επαγγελματικής εκπαίδευσης, συμπίεσε το Γενικό Λύκειο με αποτέλεσμα μέσα σε μια εικοσαετία να χαθεί ο παιδαγωγικός, ο κοινωνικός και στη συνέχεια και ο μορφωτικός του ρόλος, αφού πλέον δεν αντιμετωπίζεται ως αυτόνομη εκπαιδευτική βαθμίδα, αλλά ως αναγκαίος «προθάλαμος» για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, που αποτελεί πλέον τη μόνη ελκυστική για τον ικανό απόφοιτο του Γυμνασίου επιλογή, πέρα από ενδιαφέροντα, κλίσεις ή ικανότητες. Ως εκ τούτου η αναβάθμιση των σπουδών της ΤΕΕ, που θα την καταστήσει ελκυστικότερη από τον ικανό απόφοιτο του Γυμνασίου, αποτελεί την πρώτη και ουσιαστική επιλογή για την οποία η ΟΙΕΛΕ έχει τοποθετηθεί έγκαιρα.
Παράλληλα, όμως, η διάβρωση της μορφωτικής οντότητας του Γενικού Λυκείου, ακριβώς λόγω της θέσης του και της σύνδεσής του με την τριτοβάθμια, αποτελεί μια εξίσου σημαντική προτεραιότητα που απαιτεί άμεση λύση. Και επειδή ούτε η θέση του Γενικού Λυκείου, ούτε η σύνδεση του πτυχίου του με την πρόσβαση στην τριτοβάθμια μπορούν να διαφοροποιηθούν, ο σχεδιασμός ενός Προγράμματος Σπουδών για το Γενικό Λύκειο, θα πρέπει να μετατρέψει και τα δύο αυτά χαρακτηριστικά από μειονέκτημα, σε προτέρημα. Δηλαδή να τα αναδείξει ως κύρια στοιχεία της μορφωτικής και κοινωνικής του αξίας.
Ως προς τη θέση του Γενικού Λυκείου στο εκπαιδευτικό σύστημα, η πρόταση της ΟΙΕΛΕ επικεντρώνεται στο ότι το Γενικό Λύκειο (και η ΤΕΕ) αποτελεί κατεξοχήν εκπαιδευτική βαθμίδα εφήβων . Αυτό τη διαφοροποιεί τόσο από το Γυμνάσιο (προεφηβεία), όσο και από την τριτοβάθμια εκπαίδευση (νεότητα). Επομένως το πρόγραμμα σπουδών τους θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη του τις βασικές βιολογικές, συναισθηματικές και κοινωνικές ανάγκες της συγκεκριμένης ηλικίας, για διαφοροποίηση, προσωπική έκφραση και δημιουργία, συλλογική έκφραση και δράση. Ουσιαστικά στη συγκεκριμένη βαθμίδα ο πολίτης εδραιώνει την προσωπική του αναζήτηση, επαναπροσδιορίζεται και δοκιμάζει τις γνώσεις, τις στάσεις-αξίες, και τις ικανότητες-δεξιότητες, που έχει κατακτήσει εντασσόμενος στην πρωτοπορία των πολιτών που ενδιαφέρονται και μετέχουν ενεργά στην τοπική κοινωνία. Μέσα από αυτή τη διαδικασία και παράλληλα με τους προσωπικούς του στόχους, επιχειρεί να προσδώσει προσωπικά χαρακτηριστικά ποιότητας στην επερχόμενη κοινωνική εικόνα. Γι’ αυτό και η σωστή ισορροπία μεταξύ της προσωπικής διαδρομής και της συλλογικής δημιουργίας ίσως να αποτελεί το νεωτερισμό που θα καταστήσει το Γενικό Λύκειο και την ΤΕΕ ελκυστικότερες και πιο αγαπητές στους εφήβους βαθμίδες απ’ ότι η κατώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση (Γυμνάσιο), στην οποία ο υποχρεωτικός της χαρακτήρας δεν επιτρέπει σημαντικούς βαθμούς ελευθερίας. Παράλληλα, το Γενικό Λύκειο οφείλει να αναδειχθεί ως κατεξοχήν βαθμίδα Γενικής Παιδείας, αλλά με εντελώς διαφορετικό τρόπο από εκείνον της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Στο Γενικό Λύκειο οι μαθητές δεν πρέπει να εξειδικεύονται σε βάθος ύλης σε περιορισμένο αριθμό μαθησιακών αντικειμένων, αλλά αντίθετα να εξοικειώνονται και να αποκτούν βασικές δεξιότητες και γνώσεις σε ένα ευρύτερο φάσμα επιστημονικών αντικειμένων, που πιθανόν να επέλεγαν να σπουδάσουν συστηματικότερα τα επόμενα χρόνια.
Ως προς το δεύτερο χαρακτηριστικό, τη σύνδεση του πτυχίου του Γενικού Λυκείου με την πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, η πρόταση της ΟΙΕΛΕ επικεντρώνεται στο ότι η μορφωτική διαδικασία του Γενικού Λυκείου θα πρέπει να αποξενωθεί πλήρως από το σύστημα πρόσβασης και αντίθετα να επικεντρωθεί στους τρόπους με τους οποίους θα αποκατασταθεί στην κοινωνική συνείδηση η πιστοποίηση των γνώσεων/ στάσεων/ ικανοτήτων/ δεξιοτήτων των αποφοίτων της. Με άλλα λόγια, η προσπάθεια του κράτους θα πρέπει να επικεντρώνεται στην κατοχύρωση του «αδιάβλητου» της διαδικασίας πιστοποίησης των αποφοίτων του Γενικού Λυκείου, και όχι στην επιχειρηματολογία για «το αδιάβλητο» του συστήματος πρόσβασης.
Η ΟΙΕΛΕ συνεπής με τις διαχρονικές εισηγήσεις της σχετικά με την ανάγκη στρατηγικού σχεδιασμού, τόσο προς τα συλλογικά όργανα της εκπαίδευσης και στους κοινωνικούς εταίρους, όσο και προς την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, καταθέτει την πρόταση αυτή που στηρίχθηκε στα ακόλουθα τέσσερα σημεία:
- Απεξάρτηση του Γενικού Λυκείου από τις εισαγωγικές εξετάσεις. Έμφαση στην παιδευτική αυτοτέλεια του Γενικού Λυκείου.
- Κατάργηση των γνωστικών πεδίων (κύκλων σπουδών) και δεσμών με τόνωση του μορφωτικού χαρακτήρα του Γενικού Λυκείου.
- Σε κάθε τάξη του Γενικού Λυκείου Υποχρεωτικά μαθήματα, ο αριθμός των οποίων μειώνεται από την Α΄ προς τη Γ΄ Λυκείου.
- Μαθήματα Επιλογής αυξανόμενα αριθμητικά από την Α΄ προς τη Γ΄ Λυκείου, με πολλαπλές δυνατότητες επιλογών
Την αναλυτική πρόταση της ΟΙΕΛΕ για το Λύκειο, καθώς και τα ερευνητικά πορίσματα του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ και της έρευνας που πραγματοποίησε η ΟΙΕΛΕ σε 317 εκπαιδευτικούς δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, μπορείτε να την δείτε εδώ.