Στη χθεσινή τελετή, τον αποχαιρετιστήριο λόγο εκ μέρους της ΟΙΕΛΕ και του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ προς τον Πρόεδρό μας Μιχάλη Κουρουτό, απηύθυνε ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γ. Χριστόπουλος.
«Αδελφέ, φίλε, σύντροφε, Πρόεδρέ μας,
Με τι κουράγιο να σε αποχαιρετήσουμε σήμερα; Με ποια λόγια να εκφράσουμε την οδύνη μας για αυτό που φαινόταν για τον καθένα μας αδιανόητο. Γιατί ήσουν από τους ελάχιστους ανθρώπους που ένιωθες ότι ήταν φτιαγμένοι από ένα άλλο υλικό. Απρόσβλητος, ανίκητος, άτρωτος. Από αυτούς που είχαν τη δύναμη να πείθουν ότι θα είναι για πάντα εκεί, στο γραφείο, στα σχολεία, στο ΚΑΝΕΠ, στη Βουλή, στο Υπουργείο, στο δρόμο, ότι θα είναι επικεφαλής στον αγώνα για ένα καλύτερο αύριο. Ένας υπεράνθρωπος ανάμεσα σε κοινούς θνητούς. Ένας άνθρωπος που τον λάτρευαν οι φίλοι, που τον σέβονταν οι αντίπαλοι. Ένας άνθρωπος που πέτυχε αδιανόητα, απίστευτα πράγματα ως εκπρόσωπος των εκπαιδευτικών σε μια ιστορική περίοδο που τα εργασιακά δικαιώματα καταρρέουν και όπου κυριαρχεί η αδικία των ισχυρών. Ένας άνθρωπος που θυσίασε τη ζωή του, την υγεία, του, μια ήσυχη και ασφαλή ζωή με την οικογένειά του, με την πολυαγαπημένη του Κική και με τα παιδιά του, τη Σώτη και το Σπύρο, αφιερωμένος στη μεγάλη του αγαπημένη, την ΟΙΕΛΕ, στον κλάδο του, στους συναδέλφους του ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς, στο ΚΑΝΕΠ, στον κόσμο της εργασίας, για την εκπαίδευση, για την κοινωνία, για τις νέες γενιές.
Από τη δεκαετία του ’80, ιδιαίτερα από το 1997 που ανέλαβες τη θέση του Προέδρου στην ΟΙΕΛΕ, άφησες βαθύ ίχνος στα εκπαιδευτικά πράγματα, στο συνδικαλιστικό κίνημα. Γιγάντωσες την Ομοσπονδία, έβαλες πλάτη να γεννηθεί το ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ, η Ακαδημία της Εργασίας, έβαλες θεμέλιο για να δυναμώσει η ελληνική εκπαιδευτική φωνή στα διεθνή fora, στην Ευρώπη και στον κόσμο. Όραμά σου ήταν η καταπολέμηση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων, γιατί πίστευες ακράδαντα ότι αυτή θα οδηγήσει σε μια πιο δίκαιη κοινωνία. Πίστευες βαθιά ότι τα εργασιακά δικαιώματα είναι θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα και ότι μόνο η ενότητα των εργαζόμενων και ο διαρκής αγώνας μπορούν να φέρουν την ελπίδα σε μια πολύ σκοτεινή εποχή. Άφησες όμως το στίγμα σου με την πολυετή σου υπηρεσία και μέσα στην τάξη, στο «δεύτερο σπίτι σου», όπως αποκαλούσες τη Λεόντειο στα Πατήσια. Ένα σχολείο που σε αγκάλιασε και επένδυσε πάνω σου και που εσύ της το επέστρεψες πολλαπλά. Τόσο με το εμπνευσμένο έργο σου ως μαθηματικός, με την αγάπη σου για τους freres, για τα παιδιά μέσα στην τάξη, στο γήπεδο του μπάσκετ, στις συζητήσεις, όσο και με τις συνεχείς προσπάθειές σου να αναδειχθεί και να προστατευθεί το κοινωνικό έργο του σχολείου. Είχες όμως κι ένα «τρίτο» σπίτι, το ΚΑΝΕΠ της ΓΣΕΕ, ένα θεσμό που γιγαντώθηκε με τη συνεισφορά σου, έναν θεσμό που γνώριζες ότι θα παίξει αποφασιστικό ρόλο στο να σμιλευτεί ο συνδικαλισμός του μέλλοντος. Ο συνδικαλισμός της επιστημονικής τεκμηρίωσης, ο συνδικαλισμός με ισχυρές θέσεις στο δημόσιο διάλογο.
Πολλοί επιχείρησαν να σε πλήξουν. Φευ, κανείς δεν μπορούσε να σε αγγίξει γιατί ήσουν δυνατός και αδιάφθορος. Αλλά και επειδή γύρω σου είναι συσπειρωμένος ένας ολόκληρος κλάδος που σε στήριξε, σε πίστεψε, σε ακολούθησε. Στάθηκες αμείλικτος και αυστηρός με όσους εκμεταλλεύονταν τον ιδρώτα και την αγωνία των εκπαιδευτικών, πλουτίζοντας στις πλάτες τους. Με όσους χρησιμοποιούσαν κάθε τρόπο για να μετατρέψουν την Παιδεία από αγαθό για όλους σε εμπόρευμα για λίγους. Και δυστυχώς, η μαύρη προφητεία σου ότι σύντομα θα ζήσουμε εποχές της δεκαετίας του ’50 και του ’60 που ο φτωχός δεν είχε πρόσβαση στη γνώση και στην εργασία, σήμερα επιβεβαιώνεται.
Δεν σου άρεσαν ποτέ οι αποχαιρετισμοί και τα παχιά λόγια. Λίγες ημέρες πριν μπεις στο νοσοκομείο να δώσεις την τελευταία σου μάχη, μου είχες εκμυστηρευτεί ότι δεν θέλεις η αποχώρησή σου να γίνει με τιμητικές εκδηλώσεις και φανφάρες. Εγώ, άλλωστε, θα είμαι δίπλα σας και θα βοηθάω διακριτικά, όποτε με χρειαστείτε, μου είπες. Μια ήταν η αγωνία σου. Αν το μεγάλο δημιούργημα της ζωής σου θα έμενε ισχυρό με βάση τις αρχές που εσύ θεμελίωσες. Μια Ομοσπονδία μαχητική, στο πλευρό όποιου μας έχει ανάγκη, μακριά όμως από τα δεινά που ταλανίζουν το συνδικαλιστικό κίνημα, τον κομματισμό, τη μικροπολιτική, τις προσωπικές στρατηγικές. Ήθελες η ΟΙΕΛΕ να παραμείνει το τρελό γαλατικό χωριό των ανυπότακτων που δεν έσκυψαν ποτέ το κεφάλι στον Υπουργό, στο σχολάρχη, στον κομματικό ινστρούχτορα. Ήθελες το ΚΑΝΕΠ να συνεχίσει το τεράστιο έργο του για την εκπαίδευση, τους εργαζόμενους και την κοινωνία, να δώσει στον κόσμο της εργασίας τη δύναμη της γνώσης.
Δεν μπορούμε να υποσχεθούμε ότι θα τα καταφέρουμε τόσο καλά όσο εσύ. Δίνουμε όμως όλοι εδώ βαρύ όρκο, τα παιδιά σου, ο Δημήτρης, ο Αλέκος, η Τζένη, ο Χρήστος, ο Μιχάλης, η Τζο, ο Στράτος, ο Φώτης, ο Τάκης και δεκάδες άλλοι από την ΟΙΕΛΕ, η ισχυρή ομάδα του ΚΑΝΕΠ ότι θα προσπαθήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις να συνεχίσουμε το έργο σου. Να αποδείξουμε στον κλάδο αυτό που τον τελευταίο καιρό συνεχώς έλεγες. Ότι έχεις ικανούς και άξιους αντικαταστάτες. Ότι τη σκυτάλη θα πάρουν πλέον αυτοί που εμπνεύστηκαν από το δίκαιο αγώνα σου για την Παιδεία.
Μην κλαίτε αδέρφια, φίλες και φίλοι. Σήμερα αποχαιρετάμε ένα λιοντάρι. Έναν μαχητή, έναν αγωνιστή, ένα γίγαντα. Έναν από τους ελάχιστους που καταρρίπτουν τη ρήση «ουδείς αναντικατάστατος». Ο Μιχάλης δεν αντικαθίσταται. Το κενό του είναι τεράστιο και ένα μέρος του θα καλυφθεί μόνο συλλογικά, με ενότητα και αγώνα. Και είμαι βέβαιος ότι όλοι οι συναγωνιστές και σύντροφοί του στην Ομοσπονδία θα δώσουν ό, τι είναι ανθρωπίνως δυνατόν για να συνεχίσουμε.
Και τέλος…
Με το Μιχάλη δώσαμε μαζί δύσκολες μάχες. Δεν ήταν εύκολος άνθρωπος να συνεργαστείς μαζί του, όμως έτσι έπρεπε να είναι. Διότι ο αντίπαλος ήταν σκληρός και απαιτούσε να γίνουμε κι εμείς σκληροί για να αντέξουμε. Κράτησε όλες τις υποσχέσεις του απέναντί μας. Εκτός από μία. Ότι θα είναι συνέχεια δίπλα μας για να μας συμβουλεύει, να μας προσέχει. Δεν σου κρατάμε κακία, Μιχάλη. Μάθαμε καλά, πιστεύω, τα μαθήματά μας. Δεν φοβάμαι. Δεν φοβόμαστε. Θα συνεχίσουμε και θα νικήσουμε. Και θα είσαι κι εσύ εκεί, στο θεωρείο της Βουλής, όταν επαναληφθούν οι μέρες του 2002 και του 2016. Για να πανηγυρίσεις μαζί μας, για να γλεντήσεις.
Για να ρίξεις έναν τελευταίο χορό.
Γεια σου ακροβάτη…»