Με τη συμμετοχή εκατοντάδων εργαζόμενων (μεταξύ των οποίων και πολλών ιδιωτικών εκπαιδευτικών) παρουσιάστηκε χθες διαδικτυακά η έρευνα του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ για τα προγράμματα Δια Βίου Μάθησης την περίοδο της πανδημίας και τις ψηφιακές δεξιότητες των ενηλίκων.
Μπορεί η έρευνα να διενεργήθηκε στο πεδίο της Δ.Β.Μ., ωστόσο αναδείχθηκαν χρήσιμα – και κρίσιμα – συμπεράσματα που αποδεικνύουν για μια ακόμη φορά ότι ο εκπαιδευτικός χώρος πάσχει από συστημικές ασθένειες, οι οποίες τον διαρρέουν οριζόντια.
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το ζήτημα των νέων εκπαιδευτικών ανισοτήτων που προκύπτουν στην περίοδο της πανδημίας λόγω της αναγκαιότητας της χρήσης ψηφιακών εργαλείων. Ήδη σειρά ερευνών σε παγκόσμιο επίπεδο έχει αναδείξει το πρόβλημα των ψηφιακών ανισοτήτων (digital divide) που στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα έντονο. Σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ, μεγαλύτερη πρόσβαση σε υπηρεσίες e-learning έχουν, μεταξύ άλλων, οι έχοντες μεγαλύτερο εισόδημα, υψηλότερο μορφωτικό επίπεδο και οι κατοικούντες στα μεγάλα αστικά κέντρα. Αυτές οι ανισότητες ανιχνεύθηκαν στην πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση (που δεν ανήκει στο πεδίο της έρευνας) όπου διαπιστώθηκε η μεγάλη διαφορά στην πρόσβαση στην τηλεκπαίδευση ανάμεσα σε μαθητές δημόσιων και ιδιωτικών σχολείων. Αυτό προέκυψε:
- λόγω των μεγάλων προβλημάτων που αντιμετώπισε το Πανελλήνιο Σχολικό Δίκτυο, κυρίως σε απομακρυσμένες περιοχές με κακή σύνδεση στο διαδίκτυο (ενώ τα ιδιωτικά σχολεία, που κατά κύριο λόγο εδρεύουν σε μεγάλα αστικά κέντρα, είχαν την ευελιξία χρήσης δικών τους γραμμών και πλατφόρμας),
- επειδή το Υπουργείο Παιδείας, ενώ επέβαλε στα δημόσια σχολεία την (πολύ δύσκολη) μεσημεριανή λειτουργία, στα ιδιωτικά σχολεία έδωσε τη δυνατότητα κανονικής, πρωινής λειτουργίας, ενισχύοντας έτσι ακόμη περισσότερο τις ψηφιακές ανισότητες.
Ένα άλλο εξαιρετικά ενδιαφέρον εύρημα της έρευνας είναι ότι, ενώ το εξειδικευμένο στις ΤΠΕ προσωπικό στη χώρα είναι πολύ υψηλού επιπέδου, η απορρόφησή του στην αγορά εργασίας είναι πολύ χαμηλή. Αποδεικνύεται έτσι ότι οι διαμαρτυρίες του ΣΕΒ για τη δήθεν έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού στη χώρα (ώστε να στελεχώσουν τις δήθεν καλοπληρωμένες θέσεις εργασίας) είναι υποκριτικές. Δυστυχώς, όπως αναφέρει η έρευνα, η μεγάλη πλειονότητα των εργοδοτών στη χώρα δεν θέλουν να επενδύσουν ούτε στο εργατικό δυναμικό ούτε σε προγράμματα κατάρτισης των εργαζόμενων.
Την έρευνα παρουσίασαν οι Χρήστος Γούλας, Γενικός Διευθυντής (Ph.d) ΙΝΕ & ΚΑΝΕΠ ΓΣΕΕ και Πωλίνα Φατούρου, Επιστημονική Συνεργάτιδα ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ. Η συζήτηση στο πλαίσιο της στρογγυλής τράπεζας διεξήχθη μεταξύ των Πανεπιστημιακών Καθηγητών Καραλή Θανάση, Καθηγητή Διά Βίου Μάθησης και Εκπαίδευσης Ενηλίκων στο Τμήμα Επιστημών της Εκπαίδευσης και της Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία του Πανεπιστημίου Πατρών, Σαββίδη Αντώνη, Καθηγητή Επιστήμης Υπολογιστών του Πανεπιστημίου Κρήτης & Επιστημονικού Συνεργάτη Ινστιτούτου Πληροφορικής (ΙCS) και Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας (FORTH) και Φωτόπουλου Νίκου, Αν. Καθηγητή στο Τμήμα Κοινωνικής και Εκπαιδευτικής Πολιτικής του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου & Επιστημονικού Διευθυντή ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ.
Διαβάστε το Δελτίο Τύπου για την παρουσίαση της έρευνας ΕΔΩ
Δείτε την έρευνα: