Στην εκπαιδευτική επικαιρότητα των τελευταίων μηνών πρωταγωνιστούν διάφορα θέματα μεγαλύτερης ή μικρότερης σημασίας («αξιολόγηση» εκπαιδευτικών, επιλογές διευθυντικών στελεχών, πίνακας ΑΣΕΠ κ.λπ.). Περνούν όμως στα ψιλά (ή μάλλον καταγράφονται σε σελίδες του οικονομικού ρεπορτάζ) τεκτονικές αλλαγές που φαινομενικά αφορούν αποκλειστικά στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, όμως θα έχουν δραματική επίπτωση στο σύνολο του χώρου της Παιδείας τα επόμενα χρόνια. Πρόκειται για την καταγραφή μεγάλης αύξησης επενδύσεων τόσο στην τυπική όσο και στην μη τυπική ιδιωτική εκπαίδευση (εξαγορά του ομίλου «ΑΚΜΗ», Κολλέγιο και CGS στο «Λάμδα» Ελληνικού, ίδρυση νηπιαγωγείου και δημοτικού από το Pierce, επέκταση των Εκπαιδευτηρίων Δούκα κ.λπ.), αλλά και για την απόπειρα εισβολής hedge funds στο χώρο τα τελευταία δύο χρόνια, όπως πληροφορούμαστε στην ΟΙΕΛΕ.
Θα παρατηρήσει κάποιος: αφού ήδη υπάρχει ιδιωτική εκπαίδευση, γιατί ενοχλεί η επέκτασή της; Η απάντηση εδώ σχετίζεται με την απουσία σοβαρής κρατικής εποπτείας στο χώρο της ιδιωτικής εκπαίδευσης, η οποία κατά τη δική μας εκτίμηση είναι εσκεμμένη. Όπως μονότονα επαναλαμβάνουν η ΟΙΕΛΕ και το ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ από το 2011 και μετά, βρίσκεται σε διαδικασία ένα σχέδιο αντικατάστασης της δημόσιας εκπαίδευσης από ημι-ιδιωτικές και ιδιωτικές μορφές παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσιών, το οποίο προωθείται από συγκεκριμένους πολιτικοοικονομικούς κύκλους.
Οι στοχευμένες νομοθετικές παρεμβάσεις των τελευταίων ετών αφορούν στην απορρύθμιση του χώρου της ιδιωτικής εκπαίδευσης και στην υποβάθμιση της δημόσιας (καθιέρωση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής και ενίσχυση των κολλεγίων, νόμοι Αρβανιτόπουλου-Κεραμέως για τα ιδιωτικά σχολεία, κατηγοριοποίηση δημόσιων σχολείων μέσω «αξιολόγησης» κ.λπ.) και δεν είναι τυχαίες. Λειαίνουν το έδαφος για μια εκπαιδευτική δυστοπία, όπου ένα κοινωνικό αγαθό θα γίνει εμπορεύσιμο είδος για λίγους και εκλεκτούς, επιστρέφοντας την χώρα στην εκπαιδευτική τραγωδία των δεκαετιών του ’50 και του ΄60 (πριν την μεταρρύθμιση Παπανδρέου-Παπανούτσου), με τα παιδιά των πολλών – των μη προνομιούχων – να μην έχουν πρόσβαση στην ανώτατη εκπαίδευση και να καταλήγουν σε τραγικά αμειβόμενες θέσεις εργασίας ή στη μετανάστευση, πράγμα που ήδη συμβαίνει ως έναν βαθμό.
Ήδη ορισμένα ιδιωτικά σχολεία, κυρίως στην ανώτερη δευτεροβάθμια, λειτουργούν ως φροντιστήρια εφαρμόζοντας δικό τους πρόγραμμα και καταπατώντας κάθε έννοια εκπαιδευτικής νομιμότητας (απουσίες, αδιαφάνεια στην έκδοση βαθμολογιών, στη διαδικασία εξετάσεων κ.λπ.) δίνοντας μια γεύση του τι θα ακολουθήσει, αν (όταν) η ιδιωτική εκπαίδευση απεξαρτηθεί πλήρως από την κρατική εποπτεία. Πολλοί δε εκπαιδευτικοί στα ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν πλέον – από το 2019 κι έπειτα – σε καθεστώς εργοδοτικής τρομοκρατίας (ήδη το 30% των συναδέλφων έχει αποχωρήσει μέσα σε 2 μόλις χρόνια!), γεγονός που καθιστά την εφαρμογή της νομοθεσίας ακόμη πιο δύσκολη.
Η διεθνής παρέμβαση για την ανάσχεση του φαινομένου της εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης
Το φαινόμενο που παρατηρείται στην Ελλάδα δεν είναι μοναδικό. Καταγράφεται κυρίως σε χώρες φτωχές ή αναπτυσσόμενες που εφαρμόζονται σκληρές, νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Δεν είναι τυχαίο ότι μερικά χρόνια πριν, το 2015, το Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (HRC) του ΟΗΕ, σε θεμελιώδη απόφασή του, καλεί επειγόντως τα κράτη-μέλη του να προβούν σε άμεσες νομοθετικές ενέργειες εποπτείας και ρύθμισης της ιδιωτικής εκπαίδευσης, ώστε να καταπολεμηθούν οι καταστροφικές συνέπειες της χωρίς όριο ιδιωτικοποίησης και εμπορευματοποίησης του εκπαιδευτικού αγαθού. Η ανησυχία του Συμβουλίου προήλθε από έρευνες που είχαν πραγματοποιήσει εμπειρογνώμονες του ΟΗΕ και οργανώσεις της Κοινωνίας των πολιτών σε μεγάλο αριθμό χωρών, σύμφωνα με τις οποίες η λειτουργία της ιδιωτικής εκπαίδευσης και ιδιαίτερα των κερδοσκοπικών σχολείων χωρίς εποπτεία και θεσμικό πλαίσιο προκαλεί σοβαρούς κινδύνους για την Παιδεία και δημιουργεί συνθήκες κοινωνικής αδικίας και αποκλεισμού για τους φτωχότερους πολίτες. Ανάλογες παρεμβάσεις έγιναν κι από άλλους διεθνείς φορείς, όπως η UNESCO, ενώ η Education International, η Διεθνής Συνδικαλιστική Συνομοσπονδία των Εκπαιδευτικών, εκτιμά ότι η αυξανόμενη εμπορευματοποίηση και ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης υπονομεύει το δικαίωμα στην Παιδεία για όλους.
Τι έλεγαν ΟΙΕΛΕ και ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ – Η πρωτοβουλία της Ομοσπονδίας ενάντια στην εμπορευματοποίηση της εκπαίδευσης
Η πρώτη κρίσιμη σύγκρουση για το ζήτημα της εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης έγινε το 2011, όταν ο ΙΟΒΕ (το think tank του ΣΕΒ) εξέδωσε «χορηγούμενη» έρευνα για το Σύνδεσμο Ιδιοκτητών ιδιωτικών Σχολείων στην οποία καταγράφηκαν δύο «συμπεράσματα»: 1) Η ανάγκη απομάκρυνσης της κρατικής εποπτείας από την ιδιωτική εκπαίδευση και 2) Η …ενίσχυση των ιδιωτικών σχολείων από το κράτος μέσω των κουπονιών (vouchers). Όπως όλοι γνωρίζουμε, το πρώτο ήδη έχει επιτευχθεί, για το δεύτερο φοβούμαστε ότι θα έχουμε εξελίξεις, εφόσον η ίδια πολιτική στην εκπαίδευση συνεχιστεί.
Η άμεση και κοινή παρέμβαση της ΟΙΕΛΕ και του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ, εν μέσω εκκίνησης της εφαρμογής των μνημονίων, προκάλεσε κοινωνική και οργή και αναγκαστικά τα σχέδια για τα vouchers, που θα διέλυαν το δημόσιο σχολείο, «πάγωσαν». Ο αείμνηστος Πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ Μιχάλης Κουρουτός είχε δηλώσει τότε χαρακτηριστικά ότι «είναι αδιανόητο το κράτος, την ώρα που περικόπτει μισθούς και συντάξεις και συζητείται ακόμα και η εκποίηση κρατικής περιουσίας, να χρηματοδοτεί παράλληλα μια συγκεκριμένη κατηγορία επιχειρηματιών».
Η ψήφιση του νόμου Αρβανιτόπουλου το 2014 που έφερε την πλήρη απορρύθμιση στην ιδιωτική εκπαίδευση και η σκλήρυνση της στάσης της ΝΔ σε θέματα Παιδείας (σε αντιδιαστολή με την πολιτική της εποχής Γιαννάκου) προκάλεσε πρόσθετη ανησυχία. Η ΟΙΕΛΕ θεώρησε (και εξακολουθεί να θεωρεί) ότι το ζήτημα της εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης, που θίγει κυρίως το δημόσιο σχολείο και τα παιδιά των μη εχόντων, πρέπει να είναι κοινή υπόθεση του συνόλου του εκπαιδευτικού κινήματος.
Για το λόγο αυτό, ανέλαβε μια Πρωτοβουλία για την ανάγκη καταπολέμησης της εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης, βάσει της οποίας πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις με τις ΔΟΕ και ΟΛΜΕ. Ταυτόχρονα, το 2020, ανέλαβε με 45 Εργατικά Κέντρα όλης της χώρας μια Πρωτοβουλία για την Παιδεία, ώστε να καταργηθεί η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής για τα πανεπιστήμια και να υπάρξει δημόσιος έλεγχος των εξετάσεων σε ιδιωτικά σχολεία.
Τι μέλλει γενέσθαι
Οι επιχειρηματικές δυνάμεις που ορέγονται το φιλέτο της Παιδείας έχουν διπλή στόχευση. Αφενός στην επέκταση της τυπικής ιδιωτικής εκπαίδευσης (από νηπιαγωγείο ως Λύκειο) από το ισχνό (κατά την εκτίμησή τους) 7% σε επίπεδα Κύπρου (πάνω από 20%), αφετέρου στην αντικατάσταση του δημόσιου Πανεπιστημίου από ιδιωτικές δομές. Φυσικά, όλα αυτά τα επιδιώκουν υπό ένα ανεξέλεγκτο καθεστώς κι όχι υπό καθεστώς ισχυρού κρατικού ελέγχου, όπως ισχύει, πχ, στη Γερμανία, στη Γαλλία ή στις σκανδιναβικές χώρες, όπου βέβαια το ποσοστό είναι πολύ χαμηλό. Κεντρικός στόχος είναι η αναπαραγωγή των κοινωνικών και εκπαιδευτικών ανισοτήτων με την απονομή τίτλων σπουδών και την πρόσβαση σε πανεπιστημιακή εκπαίδευση και στην αγορά εργασίας να μην επιτυγχάνεται με την αξία του μαθητή/σπουδαστή, αλλά με τη δύναμη του χρήματος.
Η νέα αυτή κατάσταση δεν θα πλήξει μόνο το δημόσιο σχολείο, αλλά και τα πιο μικρά ιδιωτικά που απευθύνονται κυρίως στα μεσαία στρώματα κι έχουν χαμηλότερα δίδακτρα. Προφητικά, το 2014, ο Μιχάλης Κουρουτός είχε μιλήσει για την κατηγοριοποίηση και των ιδιωτικών σχολείων και είχε εκφράσει την απορία του για το γεγονός ότι ο Σύνδεσμος των ιδιοκτητών, ο οποίος εκπροσωπεί κυρίως τα μικρότερα και μεσαία σχολεία, στηρίζει μια πολιτική απόλυτης απορρύθμισης της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Πολιτική που, όπως έλεγε, θα ευνοήσει αποκλειστικά τους μεγάλους «παίχτες» του χώρου και θα οδηγήσει αργά ή γρήγορα σε κλείσιμο ή σε εξαγορά πολλών από τα μικρότερα σχολεία. Σχεδόν μια δεκαετία μετά, η προφητεία εκπληρώνεται…
Η άποψη της ΟΙΕΛΕ είναι συγκεκριμένη και σαφής. Η κοινωνία και ο κόσμος της εκπαίδευσης πρέπει να ακούσουν το καμπανάκι κινδύνου που εκπέμπεται από την επενδυτική επέλαση στην ιδιωτική εκπαίδευση. Αν δεν αντιδράσουν άμεσα τα συνδικάτα της εκπαίδευσης, οι γονείς, οι πολίτες, αν δεν αλλάξει η ασκούμενη πολιτική, σύντομα δεν θα υφίσταται δημόσια εκπαίδευση και δημόσιο σχολείο! Η συνολική θέση μας για τον κίνδυνο εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης συμπυκνώνεται στην ομιλία που είχε κάνει ο νυν Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γ. Χριστόπουλος το 2019 στο συνέδριο της ΟΛΜΕ, όπου μεταξύ άλλων, ανέφερε:
«Σήμερα όμως η ανίερη τριάδα «ελεύθερη γονεϊκή επιλογή και voucher – απόσυρση της κρατικής εποπτείας από την εκπαίδευση – τιμωρητική αξιολόγηση» προβάλλεται ιδεολογικά ως συνειδητή επιλογή ορισμένων. Και είναι αυτή ακριβώς η ενδεχόμενη εφαρμογή μιας ακραίας, νεοφιλελεύθερης πολιτικής στο χώρο της εκπαίδευσης που θα πρέπει να μας κινητοποιήσει όλους μαζί. Διότι το διακύβευμα είναι ισχυρό. Είναι η ίδια η ψυχή της Παιδείας, είναι το δημόσιο σχολείο, είναι το μέλλον χιλιάδων παιδιών των φτωχών, των μη προνομιούχων, των εργαζόμενων, των άνεργων».