Η απόφαση της Υπουργού Παιδείας κ. Κεραμέως να μην διεξαχθούν φέτος προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις δεν αποσκοπεί μόνο στον λαϊκιστικό κατευνασμό της οργής και της αγωνίας χιλιάδων γονέων και μαθητών, αλλά έχει και διαφορετική στόχευση. Ανοίγει πλέον ο ασκός του Αιόλου για την έκδοση χιλιάδων αμφίβολης εγκυρότητας δήθεν άριστων τίτλων από τα ιδιωτικά σχολεία, καθώς θα μετρούν μόνο οι βαθμοί των τετραμήνων. Δίδει έτσι η Υπουργός ένα ακόμη δώρο στους «φίλους» της σχολάρχες αφού με το νόμο τον οποίο ψήφισε το καλοκαίρι του 2020 τα ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν ως ανεξέλεγκτα «μαγαζιά» όπου πωλείται η γνώση, οι βαθμοί και οι τίτλοι σε πρόθυμους πελάτες.
Κρίνουμε ως απολύτως προσχηματική και υποκριτική τη δήθεν ευαισθησία της Υπουργού Παιδείας. Καταργεί τις εξετάσεις για να γίνει αρεστή στον εξοργισμένο εναντίον της μαθητικό πληθυσμό, την ώρα που νομοθετεί την Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής και κόβει πάνω από 20.000 θέσεις από τις Πανελλαδικές Εξετάσεις, οδηγώντας τους «αποτυχόντες» στα νύχια των φίλων της κολλεγιαρχών. Και βέβαια, στη γωνία περιμένει η περίφημη Τράπεζα Θεμάτων που θα κάνει τη φοίτηση στο Λύκειο και την πρόσβαση στις Ανώτατες Σχολές ένα ακριβό σπορ μόνο για αυτούς που θα αντέχουν οικονομικά την πλήρη φροντιστηριοποίηση του Λυκείου.
Γνωρίζοντας πλέον την κατάσταση μέσα σε πολλά ιδιωτικά σχολεία, όπου οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί τελούν σε καθεστώς ασφυκτικών πιέσεων, είναι πολύ πιθανό ότι θα έχουμε σαφή νόθευση βαθμολογιών, καθώς δεν υπάρχει κανένας δημόσιος έλεγχος της εγκυρότητας των διαδικασιών έκδοσης απολυτηρίων, ειδικά στη Γ’ Γυμνασίου και στο Λύκειο που ζητά η ΟΙΕΛΕ αλλά και πολλοί κοινωνικοί φορείς.
Γίνεται αντιληπτό ότι φέτος θα προκύψει από τις Γ’ Λυκείου πολλών ιδιωτικών σχολείων ένας «στρατός αρίστων» που θα μοριοδοτούνται με 1000 μόρια στο διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και θα καταλαμβάνουν τις θέσεις μαθητών από δημόσια και νομίμως λειτουργούντα ιδιωτικά σχολεία. Το ίδιο πλέον θα συμβαίνει και με την πρόσβαση στα δημόσια ΙΕΚ καθώς η εισαγωγή σε αυτά εξαρτάται από το βαθμό του απολυτηρίου.
Μεγάλο θέμα τίθεται, όμως, και για ανάλογες διαδικασίες στον ευρωπαϊκό χώρο. Υπενθυμίζεται ότι η αντιστοίχιση του Εθνικού με το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Προσόντων είναι εφικτή μόνο εάν διασφαλίζεται η αντικειμενικότητα και η διαφάνεια των διαδικασιών που οδηγούν στην κτήση των τίτλων σπουδών. Το απολυτήριο της Γ’ Γυμνασίου καταλαμβάνει το Επίπεδο 2 του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων και αυτό της Γ’ Λυκείου το Επίπεδο 4 που έχουν αντιστοιχηθεί με τα αντίστοιχα ευρωπαϊκά προσόντα. Επομένως, απόφοιτοι παράνομων, πλασματικά άριστων, τίτλων μπορούν να τους χρησιμοποιήσουν και σε ευρωπαϊκό επίπεδο νοθεύοντας τον υγιή ανταγωνισμό σε ακαδημαϊκό επίπεδο και στην αγορά εργασίας.
Η ΟΙΕΛΕ, πέρα από την ενημέρωση εγχώριων φορέων της κοινωνίας για το κρίσιμο αυτό θέμα, θα ενημερώσει αρμοδίως τους ευρωπαϊκούς θεσμούς (EQF Advisory Group της Κομισιόν και τα ευρωπαϊκά συνδικάτα), ώστε να αποφευχθεί μια ακόμη πράξη ακραίας ανισότητας και ανισονομίας ανάμεσα στους μαθητές σε Ελλάδα και Ε.Ε.
Είναι επιτακτική ανάγκη η κοινωνία να αντιδράσει και να απαιτήσει δημόσιο έλεγχο και πιστοποίηση στη διαδικασία έκδοσης των απολυτήριων τίτλων σπουδών των ιδιωτικών σχολείων. Η επιστροφή στο προ 2000 καθεστώς της διεξαγωγής προαγωγικών και απολυτηρίων εξετάσεων των μαθητών των ιδιωτικών σχολείων στα δημόσια σχολεία με θέματα, επιτήρηση και βαθμολόγηση από τους καθηγητές των δημόσιων σχολείων, αποτελεί πλέον μονόδρομο, όσο τα ιδιωτικά σχολεία λειτουργούν ως αμιγείς επιχειρήσεις χωρίς ουσιαστικό έλεγχο από την πολιτεία. Αυτό, άλλωστε, ζήτησαν έμμεσα και οι ιδιοκτήτες των ιδιωτικών σχολείων με την παρέμβασή τους στο ΣτΕ, σε μια σπάνια ομολογία παραδοχής της κατάστασης αναξιοκρατίας και πιέσεων που επικρατεί σε μεγάλο τμήμα της ιδιωτικής εκπαίδευσης μετά την ψήφιση του νόμου 4713/20 από την κυβέρνηση της ΝΔ.