ΑρχικήΑνακοινώσειςΈκθεση ΙΝΕ-ΓΣΕΕ: Η καταβαράθρωση των εργασιακών σχέσεων προκαλεί φτώχεια και ακραίες ανισότητες

Έκθεση ΙΝΕ-ΓΣΕΕ: Η καταβαράθρωση των εργασιακών σχέσεων προκαλεί φτώχεια και ακραίες ανισότητες

- Advertisement -spot_img

Αποδομεί το κυβερνητικό αφήγημα περί «ισχυρής ανάπτυξης» και βελτίωσης των συνθηκών ζωής των πολιτών η Ετήσια Έκθεση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ που παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον. Κυρίως διότι από τα στοιχεία της διακρίνεται πως οι άνθρωποι της μισθωτής εργασίας διαβιούν σε συνθήκες φτώχειας και καλπάζουσας ακρίβειας, ότι πληρώνονται λιγότερο αν και παράγουν περισσότερο κι ότι το μερίδιο της οικονομικής ανάπτυξης που λαμβάνουν είναι συντριπτικά μικρότερο από αυτό της (μη εργαζόμενης) ελίτ.

Από τα συμπεράσματα της έρευνας γίνεται φανερό ότι η κατάρρευση των συλλογικών συμβάσεων, η συρρίκνωση των αποδοχών και η απουσία ουσιαστικών ελέγχων στην αγορά εργασίας ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για την ντροπιαστική θέση της χώρας ως της δεύτερης πιο φτωχής σε ολόκληρη την Ε.Ε. Κόλαφο, δε, αποτελούν τα στοιχεία για την υλική και κοινωνική αποστέρηση των μισθωτών που αποδεικνύουν ότι με τις σημερινές αποδοχές η μέση οικογένεια δεν μπορεί να ζήσει.

Αναφέρουμε κάποια από τα πιο σημαντικά ευρήματα της έρευνας:

  • Αν και το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών αυξήθηκε περίπου 8,3 δισ. ευρώ, η αντίστοιχη αύξηση του συνόλου των πραγματικών μισθών ήταν μόλις 130 εκατ. ευρώ, όταν το πραγματικό εισόδημα από μη μισθωτή εργασία αυξήθηκε κατά 2,6 δισ. ευρώ και το πραγματικό εισόδημα από πλούτο κατά 4,5 δισ. ευρώ!

Ταυτόχρονα, η πραγματική κατανάλωση αυξήθηκε κατά 7,9 δισ. ευρώ. Ωστόσο, ενώ η κατανάλωση έμεινε στάσιμη για τις οικογένειες των μισθωτών, σχεδόν διπλασιάστηκε για τις οικογένειες που έχουν ως μέλος τους εργοδότη! Τα στοιχεία αυτά αποτελούν καθρέπτη της ακραίας οικονομικής ανισότητας στη χώρα και του πώς «μοιράζεται» ο πλούτος που με κόπο παράγει ο κόσμος της εργασίας. 

  • Δεκαπέντε και πλέον χρόνια μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης, οι μισθοί στη χώρα μας εξακολουθούν να είναι καθηλωμένοι σε επίπεδα που δεν διασφαλίζουν ένα επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης για μεγάλο τμήμα των απασχολουμένων. Την περίοδο 2009-2024 ο μέσος ετήσιος πραγματικός μισθός στη χώρα μας μειώθηκε κατά 32,8%. Ακόμη και την περίοδο 2019-2024 που νομοθετούνται απανωτές αυξήσεις του κατώτατου μισθού, έχουμε πραγματική μείωση του πραγματικού μισθού κατά 1,1%. 
  • Οι εκπρόσωποι των εργοδοτών ισχυρίζονται ότι δεν μπορούν να αυξηθούν οι μισθοί λόγω μη παραγωγικότητας. Τα στοιχεία τους διαψεύδουν. Την περίοδο 2019-2024 η πραγματική παραγωγικότητα της εργασίας στο σύνολο της οικονομίας αυξήθηκε κατά 1,2%, αλλά το μέσο πραγματικό ωρομίσθιο 5 μειώθηκε κατά 4,7%. Μεταξύ των 11 βασικών κλάδων της οικονομίας η πραγματική παραγωγικότητα της εργασίας αυξήθηκε σε οκτώ, αλλά το μέσο πραγματικό ωρομίσθιο αυξήθηκε μόλις σε δύο! Από την αύξηση της παραγωγικότητας το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν επωφελούνται οι εργαζόμενοι, τουναντίον τιμωρούνται γι’ αυτήν!
  • Η μειωμένη αγοραστική δύναμη μεγάλου τμήματος των εργαζομένων συνεχίζει να επηρεάζει αρνητικά τις συνθήκες διαβίωσής τους. Το 2024 το ποσοστό σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης των μισθωτών ανήλθε στη χώρα μας στο 8,8%, έναντι 8% το 2023 και 3,8% στο σύνολο της ΕΕ. Το ποσοστό αυτό είναι το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ, με την Ελλάδα να καταγράφει καλύτερη επίδοση μόνο σε σύγκριση με τη Βουλγαρία.
  • Ενδεικτικό των υποβαθμισμένων συνθηκών διαβίωσης των μισθωτών είναι επίσης ότι το ποσοστό υποκειμενικής φτώχειας για τη συγκεκριμένη πληθυσμιακή ομάδα ανήλθε το 2024 στη χώρα μας στο 57,1%. Η τιμή αυτή είναι με διαφορά η μεγαλύτερη στην ΕΕ και υπερβαίνει κατά 28,6 ποσοστιαίες μονάδες τη δεύτερη υψηλότερη, που καταγράφεται στη Βουλγαρία. 

Εκτός από τα στοιχεία αυτά που δείχνουν την δυσμενέστατη οικονομικά θέση του κόσμου της εργασίας, η έρευνα θέτει σοβαρότατα ζητήματα, όπως τα διαρθρωτικά προβλήματα της οικονομίας, την τεχνολογική υστέρηση των εταιρειών και επιχειρήσεων, το έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου, τη μεγάλη μείωση του ενεργού εργασιακά πληθυσμού, την εξάρτηση της χώρας από εισαγόμενα αγροκτηνοτροφικά προϊόντα, τις τεράστιες περιφερειακές ανισότητες, την ανεργία και την καλπάζουσα ακρίβεια. Είναι φανερό ότι για τη χώρα είναι αναγκαία μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση πολιτικής με αναδόμηση των θεσμών της αγοράς εργασίας και άμεση αποκατάσταση του θεσμού των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, με δίκαιη κατανομή του παραγόμενου πλούτου και ενίσχυση των αμοιβών, με βελτίωση των συνθηκών εργασίας, με αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου.

Λίγες ημέρες πριν ο Πρωθυπουργός διαμαρτυρήθηκε για τη «γκριζίλα και τη μιζέρια» όσων ασκούν κριτική στα πεπραγμένα της κυβέρνησής του. Πράγματι, σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας στον κόσμο των εργοδοτών, των μη μισθωτών, των εκπροσώπων του παρασιτικού πλούτου γκριζίλα και μιζέρια δεν υπάρχει, καθώς τα εισοδήματά των συγκεκριμένων ομάδων πολιτών αυξάνουν θεαματικά. Ελλάδα, όμως, δεν είναι μόνο το ένα πέμπτο της κοινωνίας. Και καμιά κοινωνία δεν αντέχει, όταν οι ανισότητες διευρύνονται σε τέτοιο βαθμό, όταν η φτώχεια εμμένει και αυξάνεται…

Το σύνολο της Έκθεσης του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ για την οικονομία και τα βασικά της συμπεράσματα μπορείτε να δείτε εδώ.

 

 

- Advertisement -spot_img
Δείτε επίσης
Ανακοινώσεις
- Advertisement -spot_img