Σήμερα αναδημοσιεύουμε ένα σημαντικό άρθρο για τους μισθούς και τις συλλογικές συμβάσεις που ενδιαφέρει ιδιαίτερα και το δικό μας χώρο. Πρόκειται για το άρθρο με τίτλο “Μισθοί και κοινωνικός διάλογος: Μια χαμένη ευκαιρία” του Διευθυντή των ΙΝΕ και ΚΑΝΕΠ ΓΣΕΕ Δρ Χρήστου Γούλα στη Ναυτεμπορική, που επισημαίνει την δραματική επίπτωση στην κοινωνία και στην οικονομία από την ανεπάρκεια του κοινωνικού διαλόγου, τις χαμηλές αμοιβές και την μη επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Πριν λίγες ημέρες, στις 20 Νοεμβρίου, πραγματοποιήθηκε μια ισχυρή απεργιακή κινητοποίηση με κύριο αίτημα την αύξηση μισθών και την επαναφορά της δυνατότητας για συλλογικές διαπραγματεύσεις. Η Ελλάδα είναι προτελευταία χώρα στην Ε.Ε σε αγοραστική δύναμη και τελευταία σε έναν πολύ κρίσιμο – και νέο στην ερευνητική πραγματικότητα – δείκτη, αυτόν της υλικής και κοινωνικής αποστέρησης. Όσο και αν προσπαθούν φίλια ΜΜΕ να πείσουν την κοινωνία ότι οι Έλληνες …ευτυχούν (κι όμως, πολλαπλασιάζονται το τελευταίο διάστημα τέτοια άρθρα) κι ότι η οικονομία “σαρώνει”, η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Στην ιδιωτική εκπαίδευση η κατάσταση είναι συγκεκριμένη. Στα ιδιωτικά σχολεία έχουμε την τελευταία επταετία σχεδόν μια εκρηκτική αύξηση εγγραφών και διδάκτρων. Μάλιστα, εσχάτως, ισχυρά funds επενδύουν σε μεγάλα και ιστορικά σχολεία. Τι συμβαίνει με τις αμοιβές; Οι μισθοί των εκπαιδευτικών στα ιδιωτικά σχολεία ακολουθούν το Ενιαίο Μισθολόγιο του δημοσίου. Μετά την δραματική μείωση του 35-40% των μισθών το 2012, δεν έχει αλλάξει σχεδόν τίποτε. Ελάχιστα σχολεία δίνουν κάποια bonus, ενώ η ελάχιστη αύξηση που έδωσε το κράτος τον ιανουάριο του 2024 δεν επαρκεί να καλύψει ούτε μέρος της θηριώδους ακρίβειας που κατατρώει τα εισοδήματα των μισθωτών. Στην δε μη τυπική εκπαίδευση (Φροντιστήρια, Κέντρα Ξένων Γλωσσών, ΙΕΚ), η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων το 2012 διέλυσε τις αποδοχές των συναδέλφων (σε κάποιες περιπτώσεις έως και κατά 70%). Οι εκπαιδευτικοί σε αυτές τις δομές, χάνοντας τη δυνατότητα να συνάπτουν συλλογικές συμβάσεις, είναι το φτωχότερο ίσως επιστημονικό προσωπικό στην Ευρώπη.
Ο Χρήστος Γούλας αναφέρεται στην Οδηγία της ΕΕ 2022/2041 για «Επαρκείς Κατώτατους Μισθούς» που η κυβέρνηση φέρνει προς ψήφιση στη Βουλή αυτές τις ημέρες. Σύμφωνα με την Οδηγία, θα πρέπει οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να πετύχουν δύο σαφείς και κρίσιμους στόχους: την επάρκεια των νόμιμων κατώτατων μισθών, με στόχο την επίτευξη αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης και εργασίας, και την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων στις χώρες που η κάλυψη των εργαζόμενων από Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ) είναι μικρότερη από 80%. Αυτό φυσικά, είναι ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα για την Ελλάδα, όπου η κάλυψη από ΣΣΕ είναι τραγικά μικρή (κάτω από 30%). Το ποσοστό αυτό, αναφέρει ο Γούλας, σχετίζεται άμεσα με την πολύ μεγάλη διαφορά μισθών σε ελληνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ο αρθρογράφος θεωρεί ότι η εμμονή της κυβέρνησης στο να καθορίζει η ίδια τον κατώτατο μισθό (γεγονός ειρωνικό για μια παράταξη που θεωρεί ότι είναι μη κρατικίστικη και “φιλελεύθερη”) δείχνει τη φοβικότητά της απέναντι στους εργαζόμενους. Αναφέρει πως οι συλλογικές συμβάσεις δεν είναι κατ’ ανάγκην φιλεργατικό μέτρο, αλλά ένα ισχυρό εργαλείο ανάπτυξης που συνδέεται με τη βελτίωση της ποιότητας εργασίας, την αύξηση της παραγωγικότητας και την ενίσχυση της απασχόλησης. Τέλος, θεωρεί πως όσο η κυβέρνηση υποβαθμίζει τον κοινωνικό διάλογο και αρνείται να συμμορφωθεί με όσα συμβαίνουν στην Ε.Ε., η Ελλάδα θα παραμένει μια χώρα με χαμηλή και μη ποιοτική παραγωγή, με αναιμική ανάπτυξη και με κακοπληρωμένους εργαζόμενους.
Διαβάστε εδώ το πολύ ενδιαφέρον άρθρο του Δρ Χρήστου Γούλα στη Ναυτεμπορική