Ολοκληρώθηκε πριν λίγο στα γραφεία της ΟΙΕΛΕ η συνάντηση του Προεδρείου της Ομοσπονδίας με τους εκπροσώπους του Τομέα Παιδείας ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής. Την ΟΙΕΛΕ εκπροσώπησαν ο Πρόεδρος Γιώργος Χριστόπουλος, ο Α’ Αντιπρόεδρος Αλέκος Γούλας, o Οργανωτικός Γραμματέας Μιχάλης Νικηφορίδης και ο Υπεύθυνος Τύπου και Δημόσιων Σχέσεων Δημήτρης Κατσορίδας. Ο Τομέας Παιδείας του ΠΑΣΟΚ εκπροσωπήθηκε από τον Γραμματέα Νίκο Τσούλια και το μέλος της Γραμματείας και μέλος του ΔΣ της ΟΛΜΕ Ανδρέα Παπαδαντωνάκη.
Ο Πρόεδρος της ΟΙΕΛΕ, κάνοντας μια ιστορική αναδρομή της σχέσης ανάμεσα στην Ομοσπονδία και στο ΠΑΣΟΚ, θύμισε το περίφημο «ουδείς απολύεται» του Απόστολου Κακλαμάνη και τον Νόμο Ευθυμίου-Γκεσούλη του 2002 που θεμελίωσε συνθήκες παιδαγωγικής αυτονομίας και εργασιακής ειρήνης στα ιδιωτικά σχολεία. Τόνισε ότι είναι εξαιρετικά σημαντική η αλλαγή στάσης του ΠΑΣΟΚ από την ανάληψη της ηγεσίας του Κινήματος από τη Φώφη Γεννηματά και έπειτα, καθώς ο κλάδος υπέστη συντριπτική βλάβη των εργασιακών δικαιωμάτων του την περίοδο 2010-2014. Η αλλαγή αυτή στάσης έχει εκδηλωθεί τόσο με το «όχι» στη Βουλή στην ψήφιση του Νόμου Κεραμέως, όσο και με πολλαπλές πρωτοβουλίες μέσα και έξω από το Κοινοβούλιο από το 2016 κι έπειτα. Δήλωσε, τέλος, ότι είναι αναγκαίο η εκπαιδευτική κοινότητα να συστρατευτεί απέναντι σε πολιτικές της ΝΔ που διαφημίζονται προεκλογικά, όπως η ελεύθερη γονεϊκή επιλογή και τα vouchers, ώστε να μείνει ζωντανό το δημόσιο σχολείο και να μην γιγαντωθούν περαιτέρω οι εκπαιδευτικές ανισότητες. Από την πλευρά του ο Αντιπρόεδρος Αλέκος Γούλας μίλησε για την κοινή επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων σε δημόσιους και ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς, οι οποίοι δυσκολεύονται να ασκήσουν το παιδαγωγικό τους έργο λόγω της τεράστιας γραφειοκρατίας.
Ο Γραμματέας του Τομέα Παιδείας του ΠΑΣΟΚ Νίκος Τσούλιας αναφέρθηκε με θερμά λόγια στην πολιτική και ερευνητική δουλειά της ΟΙΕΛΕ, αναφέροντας ότι είναι μια από τις λίγες συνδικαλιστικές συλλογικότητες με μετριοπαθή και επιστημονικά στηριγμένο λόγο και θέσεις. Υποστήριξε ότι η πολιτική Κεραμέως στράφηκε με μένος ενάντια στον εκπαιδευτικό, τον οποίο θέλει υποταγμένο και τρομοκρατημένο υπάλληλο μιας άλλης εποχής. Σε αυτό το πλαίσιο, ψηφίστηκε το ακραίο, υπέρ των εργοδοτών, νομοθέτημα για την ιδιωτική εκπαίδευση που πλήττει πρώτα και κύρια την ποιότητα του παιδαγωγικού έργου. Επανέλαβε την πάγια άποψη του ΠΑΣΟΚ ότι το ιδιωτικό σχολείο είναι πρώτα και κύρια σχολείο και δευτερευόντως επιχείρηση. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να παρέχονται αξιοπρεπείς και ασφαλείς σχέσεις εργασίας στους εκπαιδευτικούς και να υπάρξει κοινωνικός διάλογος για ένα νέο, δίκαιο νόμο. Για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς σε Φροντιστήρια, Κέντρα Ξένων Γλωσσών και ΙΕΚ τόνισε ότι αποτελεί αναγκαιότητα η επαναφορά του καθεστώτος των συλλογικών διαπραγματεύσεων που δίνει δύναμη στις συλλογικότητες και στο συνδικαλιστικό κίνημα για να διεκδικήσουν περισσότερα πράγματα. Υποστήριξε, τέλος, ότι στις μετεκλογικές εξελίξεις το ΠΑΣΟΚ θα προσέλθει σε διάλογο για οποιασδήποτε μορφής κυβέρνηση συνεργασίας με κόκκινες γραμμές στα ζητήματα Υγείας και Παιδείας, στα ζητήματα του κοινωνικού κράτους.
Ο Ανδρέας Παπαδαντωνάκης με τη σειρά του μίλησε για την εντυπωσιακή, σε σχέση με το μέγεθος της Ομοσπονδίας, παραγωγή ολοκληρωμένων και ποιοτικών θέσεων για τα ζητήματα εκπαίδευσης, ενώ μνημόνευσε και την σπουδαία ερευνητική εργασία του ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ. Τόνισε ότι η παρούσα συγκυρία είναι πολύ κρίσιμη για το ζήτημα της εμπορευματοποίησης της εκπαίδευσης, καθώς ενδεχόμενη εφαρμογή των προεκλογικών θέσεων της ΝΔ για την ελεύθερη γονεϊκή επιλογή και τα vouchers θα είναι, ίσως, η πιο επικίνδυνη εξέλιξη για το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα εδώ και δεκαετίες. Υποστήριξε ότι είναι αναγκαία η κοινή δράση των εκπαιδευτικών Ομοσπονδιών στα φλέγοντα ζητήματα της Παιδείας και η διαμόρφωση συγκεκριμένων προτάσεων, ώστε το συνδικαλιστικό κίνημα να μην είναι μόνο δύναμη διαμαρτυρίας. Τέλος, υπογράμμισε ότι πρέπει να επανέλθει η εποπτεία του κράτους σε όλο το φάσμα της εκπαίδευσης. Μια εποπτεία που υποχωρεί από παντού, και από τη δημόσια και από την ιδιωτική εκπαίδευση, προς όφελος συγκεκριμένων επιχειρηματικών συμφερόντων.
Οι δύο πλευρές δεσμεύτηκαν να συνεχίσει ο διάλογος στο πλαίσιο αναζήτησης προοδευτικών αλλαγών προς όφελος του δημόσιου και κοινωνικού αγαθού της εκπαίδευσης και των εργασιακών δικαιωμάτων των εκπαιδευτικών.