Η ΟΙΕΛΕ και το ΚΑΝΕΠ-ΓΣΕΕ έχουν αναδείξει με τις ερευνητικές τους επεξεργασίες τις παθογένειες του εκπαιδευτικού συστήματος με κυριότερη την σαφή έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού. Ζητήματα όπως η συγκρότηση των αναλυτικών προγραμμάτων, η ανάκτηση του παιδαγωγικού χαρακτήρα του Λυκείου, το σύστημα πρόσβασης στην ανώτατη εκπαίδευση, η εφαρμογή καινοτομιών και νεωτερικών στρατηγικών, η μετάβαση στην ψηφιακή εκπαίδευση, η ποιοτική αποτίμηση του συστήματος, η ελκυστικότητα του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, η επιμόρφωση θα πρέπει να αποτελέσουν το σώμα ενός εθνικού διαλόγου στον οποίο θα συμμετέχουν ισότιμα όλα τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Κάποιες από τις βασικές μας θέσεις έχουν αποτυπωθεί σε πολλές από τις ετήσιες εκθέσεις του ΚΑΝΕΠ:
“Είναι αναγκαίος ένας σαφής και καλά δομημένος στρατηγικός σχεδιασμός συνολικά του εκπαιδευτικού συστήματος – από την προσχολική μέχρι και την ανώτατη εκπαίδευση – που να επικεντρώνεται σε εφικτούς και μετρήσιμους στόχους, να καθορίζει τεκμηριωμένες προτεραιότητες δράσης, με παράλληλη λειτουργία μηχανισμών εποπτείας και ενός αξιόπιστου συστήματος διασφάλισης της ποιότητας των εισροών και των εκροών του συστήματος.
■ Η βελτίωση και η διασφάλιση της ποιότητας των παραγόμενων εκπαιδευτικών αποτελεσμάτων για όλους, ο εξορθολογισμός των δαπανών του εκπαιδευτικού συστήματος και η βελτίωση της διακυβέρνησης της εκπαίδευσης με την υιοθέτηση κανόνων αξιολόγησης των ακολουθούμενων πολιτικών και διαδικασιών πρέπει να αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά του οράματος για την εκπαίδευση.
■ Η πορεία προς τους στόχους του οράματος είναι ιδιαίτερα δύσκολη και απαιτεί χρόνο, επαρκή χρηματοδότηση υποδομών, εξοπλισμού, υπηρεσιών, καλά επιμορφωμένο και ενδυναμωμένο ανθρώπινο δυναμικό (διδακτικό και λοιπό διοικητικό και επιστημονικό προσωπικό), ενώ ένας τεκμηριωμένος και καλά δομημένος στρατηγικός σχεδιασμός θα πρέπει να έχει σχεδιαστεί, υποστηριχθεί και αξιολογηθεί από όλους τους εμπλεκομένους φορείς και συλλογικότητες της εκπαίδευσης σε μια βήμα προς βήμα πορεία επίλυσης των προβλημάτων.
■ Η παρακολούθηση της συμμετοχής όλων των ηλικιακών ομάδων των μαθητών/-τριών στις μονάδες του συστήματος θα πρέπει να εποπτεύεται από το Υπουργείο Παιδείας και να αποτυπώνεται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. (με την υπογραφή σχετικού μνημονίου συνεργασίας μεταξύ των δύο φορέων) συμπεριλαμβανομένων και των ευάλωτων για διαρροή πληθυσμιακών ομάδων (κυρίως των ΡΟΜΑ, των αλλοδαπών, των προσφύγων/ μεταναστών, καθώς και των μαθητών/-τριών με ειδικές ανάγκες), καθώς και των μαθητών/τριών με χαμηλή/οριακή επίδοση, που αντιμετωπίζουν υψηλότερο κίνδυνο για πρόωρη εγκατάλειψη της εκπαίδευσης και κατάρτισης.
■ Οι πολιτικές για την αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων θα πρέπει να σχεδιάζονται σε εθνικό/ περιφερειακό και τοπικό επίπεδο) αλλά θα υλοποιούνται σε επίπεδο σχολικής μονάδας.
■ Η εμμονή των προγραμμάτων σπουδών του συστήματος να επικεντρώνονται σχεδόν αποκλειστικά στην ανάπτυξη και ενίσχυση γνωστικών/ακαδημαϊκών δεξιοτήτων και στην αξιολόγησή τους, αναγνωρίζει και αποτιμά αντίστοιχης κατεύθυνσης παραγόμενα εκπαιδευτικά αποτελέσματα που διευρύνουν το χάσμα μεταξύ
των μαθητών με υψηλή και χαμηλή επίδοση.
■ Στο πλαίσιο των αλλαγών για τη συνολική αναβάθμιση της ποιότητας και τον εκσυγχρονισμό των προγραμμάτων σπουδών του συστήματος θα πρέπει να βελτιωθεί το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο για την ειδική αγωγή και να αυξηθεί η χρηματοδότηση της λειτουργίας της αφού για χρόνια η λειτουργικότητα της ειδικής αγωγής είναι σε οριακή κατάσταση.
■ Οι πολιτικές για την αντιμετώπιση των εκπαιδευτικών ανισοτήτων θα πρέπει να σχεδιάζονται σε εθνικό/ περιφερειακό και τοπικό επίπεδο) αλλά θα υλοποιούνται σε κάθε σχολική μονάδα.
■ Τα εργαστήρια, οι βιβλιοθήκες και οι λοιπές υποδομές και ο αντίστοιχος εξοπλισμός των μονάδων του συστήματος θα πρέπει να βελτιωθεί και να αναβαθμιστεί. Παρότι η αποτελεσματική χρήση του συγκεκριμένου εξοπλισμού στην εκπαίδευση παραμένει ακόμη ζητούμενο, υπάρχει έλλειμμα πρακτικής εμπειρίας και επιμόρφωσης του διδακτικού προσωπικού για την αξιοποίηση τους σε καθημερινή βάση.
■ Η ποιότητα και η ανακαίνιση των υποδομών της εκπαίδευσης αποτελεί μείζον πρόβλημα.
■ Η γήρανση του διδακτικού προσωπικού αποτελεί εξίσου σημαντικό και επείγον πρόβλημα της εκπαίδευσης.
■ Κατασκευή αυτόνομων δημόσιων μονάδων Προσχολικής εκπαίδευσης (για νήπια ηλικίας 4 & 5 ετών) χρηματοδοτούμενη από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων των Διοικητικών Περιφερειών της χώρας.
Στο διάλογο αυτό, ο ρόλος του ΙΕΠ είναι κομβικός. Είναι γεγονός ότι η προηγούμενη ηγεσία του Ινστιτούτου δεν μπόρεσε ή δεν ενδιαφέρθηκε να χτίσει γέφυρες συνεννόησης με τους εκπαιδευτικούς, οχυρωμένη πίσω από ιδεοληψίες και αγκυλώσεις. Η τοποθέτηση νέας διοίκησης στο ΙΕΠ και η ανάληψη της ηγεσίας του από τον Σπύρο Δουκάκη, έναν άνθρωπο που έχει υπηρετήσει με συνέπεια την ιδιωτική εκπαίδευση, γεννά την ελπίδα ότι υπάρχει χώρος για μια δημιουργική διαβούλευση.
Η ΟΙΕΛΕ θα ζητήσει, πριν από την έναρξη του νέου σχολικού έτους, συνάντηση με τη νέα ηγεσία του ΙΕΠ, προκειμένου να εκκινήσει ένας διάλογος για κρίσιμα ζητήματα που απασχολούν το χώρο της Παιδείας.