Οι διατάξεις του νέου σχεδίου νόμου του Υπουργείου Παιδείας επιβεβαιώνουν για μια ακόμη φορά ότι η κυβέρνηση δεν έχει κανένα σχέδιο να βελτιώσει την ποιότητα της εκπαίδευσης και νομοθετεί όχι για το δημόσιο συμφέρον αλλά για να εξυπηρετηθούν τα συμφέροντα της κοινωνικής ελίτ, να παγιωθούν και να διογκωθούν οι ανισότητες και να αποκομίσουν οφέλη φίλα προσκείμενοι επιχειρηματίες. Ταυτόχρονα με την εμπορευματοποίηση της Παιδείας, στήνει ένα βαθύ κομματικό κράτος (και) στην εκπαίδευση.
Ειδικότερα για την ιδιωτική εκπαίδευση, δεν υπάρχει απολύτως καμιά αναφορά (προφανώς κατ΄εντολήν των σχολαρχών) για την εφαρμογή της αξιολόγησης στους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς, κατά παραβίαση ακόμη και του νόμου Κεραμέως για την ιδιωτική εκπαίδευση! Είναι επίσης ασαφής η διάταξη για την επιλογή των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ως στελεχών εκπαίδευσης.
Η φοβία στην κριτική και στη διαφορετική άποψη αλλά και η εξάρτηση από επιχειρηματικά συμφέροντα έγιναν φανερά για ακόμη μια φορά από την άρνηση της Υπουργού να καλέσει σε διάλογο την ΟΙΕΛΕ για το νομοσχέδιο. Φίμωση καθ’ υπαγόρευση…
Α. Αξιολόγηση με σκοπό την προώθηση των ημετέρων, αναβίωση του επιθεωρητισμού
Η ΟΙΕΛΕ θεωρεί απαραίτητο τμήμα του εκπαιδευτικού συστήματος την πιστοποίηση της ποιότητάς του με στόχο τη συνεχή του βελτίωση και την προσαρμογή του στις συνεχώς μεταβαλλόμενες ανάγκες της κοινωνίας και της οικονομίας (δείτε εδώ τις βασικές αρχές που έχει εδώ και χρόνια καταθέσει στο δημόσιο διάλογο η Ομοσπονδία). Η διαδικασία της πιστοποίησης δεν μπορεί να είναι αποσπασματική αλλά να αφορά σε κάθε πτυχή του συστήματος, ξεκινώντας από το Υπουργείο Παιδείας και τις υπηρεσίες του, συνεχίζοντας με τα Αναλυτικά Προγράμματα και τα εγχειρίδια, φτάνοντας στα διευθυντικά στελέχη της εκπαίδευσης και καταλήγοντας στη σχολική μονάδα. Τα κριτήρια πιστοποίησης θα πρέπει να είναι ενταγμένα στη φιλοσοφία του συστήματος και να έχουν μια ενιαία λογική. Επίσης, οι άνθρωποι που συμμετέχουν στην πιστοποίηση θα πρέπει να είναι με τη σειρά τους καταρτισμένοι και πιστοποιημένοι.
Οι προβλέψεις του νομοσχεδίου δεν αναφέρονται σε τίποτε από αυτά. Πατώντας επικοινωνιακά και επιφανειακά πάνω στην κοινωνική επιταγή για ενίσχυση της ποιότητας στην εκπαίδευση, κάνουν λόγο για αξιολόγηση του εκπαιδευτικού χωρίς σχέδιο και με περισσή προχειρότητα. Οι προβλέψεις για την ατομική αξιολόγηση δεν έχουν καμιά σχέση με το δυναμικό διάλογο που διεξάγεται στο σύγχρονο κόσμο για την πιστοποίηση της εκπαιδευτικής ποιότητας. Δυστυχώς, είναι αναμάσημα του επιθεωρητισμού που εφαρμοζόταν πριν το 1982. Ο νέος αυτός επιθεωρητισμός έχει την ίδια στόχευση με τον παλιό. Την προώθηση στην εκπαιδευτική κομματική επετηρίδα των ημετέρων και το «κόψιμο» των μη αρεστών. Ευτυχώς, τουλάχιστον, δεν προβλέπεται οι ανεπιθύμητοι να μετατάσσονται σε ακριτικές περιοχές, όπως συνέβαινε τότε.
Η αναβίωση του κομματικού και απολύτως αυταρχικού παρελθόντος γίνεται φανερή από την «τιμωρία» των «κακών» εκπαιδευτικών που είναι η …κατάρτιση (η οποία δεν θα έπρεπε να θεωρείται τιμωρία, αλλά χρήσιμο εργαλείο για ΚΑΘΕ εκπαιδευτικό) και η …μη προώθησή τους ως στελεχών εκπαίδευσης. Ταυτόχρονα, επεκτείνονται οι θητείες των (φιλοκυβερνητικών στην συντριπτική τους πλειοψηφία) διευθυντικών στελεχών, ώστε να μετατραπούν σε οιονεί μόνιμους (φαίνεται πως η μονιμότητα δε είναι κακή, όταν αφορά τα «δικά μας παιδιά»…). Οι ημέτεροι Διευθυντές είναι σχεδόν βέβαιο ότι με το σχέδιο αυτό θα «τιμωρούν» ως ανεπαρκείς τους αντιφρονούντες, ώστε να μην μπορέσουν αυτοί να διεκδικήσουν τις θέσεις τους. Πολιτικάντικο, αναχρονιστικό και ελάχιστα συγγενές με ένα ανοιχτό, αυτόνομο, πλουραλιστικό εκπαιδευτικό σύστημα, όπως αυτά που ισχύουν στις προηγμένες χώρες.
Το γεγονός ότι το σχέδιο για την αξιολόγηση είναι τόσο πρόχειρο και ασαφές, με φαινομενικά «ανώδυνες» διατάξεις για τους εκπαιδευτικούς και κύριο στόχο τον φρονηματισμό των κομματικά/κοινωνικά ανεπιθύμητων σημαίνει τρία πράγματα:
- Ότι η κυβέρνηση και η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου εφάρμοσαν μέσω του νομοσχεδίου μια αμιγώς επικοινωνιακή στρατηγική επιχειρώντας να πείσουν την κοινωνία ότι θεσπίζουν για πρώτη φορά μετά από 40 χρόνια αξιολόγηση, να κλείσουν το μάτι σους εκπαιδευτικούς ότι «δεν πάθατε και τίποτα» και να εξευμενίσουν τους γαλάζιους συνδικαλιστές και εκπαιδευτικούς μετά τα συνεχή στραπάτσα τους με τις ηλεκτρονικές εκλογές και την εσωτερική αξιολόγηση, προσφέροντας οφίτσια και θητείες επ’ αόριστον. Μήπως πλησιάζουν εκλογές;
- Είναι σχεδόν βέβαιο ότι το πραγματικό τους σχέδιο για μια αξιολόγηση αριθμητική και τιμωρητική θα έρθει μετά τις επόμενες εκλογές, εάν η ΝΔ σχηματίσει εκ νέου κυβέρνηση.
Β. Λοιπές παρατηρήσεις επί του πολυνομοσχεδίου
1. Υπερεξουσίες στο Διευθυντή-manager της σχολικής μονάδας
Η ανάθεση υπερεξουσιών στο Διευθυντή ως superhead-manager (κατά τη βρετανική εκδοχή) αυξάνει τον αυταρχισμό εντός της σχολικής μονάδας, εδραιώνει έναν κομματικό φρονηματισμό (καθώς ο Διευθυντής συνήθως προέρχεται από την κυβερνητική παράταξη) και μειώνει δραματικά την ενδοσχολική δημοκρατία μέσω της συρρίκνωσης του ρόλου του Συλλόγου Διδασκόντων.
Για τους Διευθυντές των ιδιωτικών σχολείων που σε πολλές περιπτώσεις είναι οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες ή «άνθρωποί» τους, έχουμε πολλάκις αναφέρει ότι η επιλογή τους με αξιοκρατικά κριτήρια αποτελεί κρίσιμο ζήτημα διαφάνειας για την εκπαίδευση. Η μονοκρατορία του Διευθυντή του ιδιωτικού σχολείου σε μια περίοδο πλήρους απορρύθμισης του χώρου της ιδιωτικής εκπαίδευσης είναι μαθηματικά βέβαιο ότι θα οδηγήσει σε όξυνση της εργοδοτικής ασυδοσίας, σε γιγάντωση των φαινομένων ανομίας και σε καταδολίευση των διαδικασιών που οδηγούν στην έκδοση των τίτλων σπουδών.
2.Πολλαπλό εγχειρίδιο χωρίς διασφάλιση όρων διαφάνειας και ισότητας
Είναι διαχρονική άποψη της ΟΙΕΛΕ για πλήρη αναμόρφωση του αναλυτικού προγράμματος και των εγχειριδίων στο πλαίσιο ενός σύγχρονου στρατηγικού σχεδιασμού για την εκπαίδευση. Θεωρούμε, επίσης, πως η χρήση του ενός και μόνου εγχειριδίου περιορίζει την αυτονομία του εκπαιδευτικού, υποβάλλει τους μαθητές στην τυραννία της μονοδιάστατης γνώσης και του ιδεολογικού φρονηματισμού της εκάστοτε κυβέρνησης και δεν ανταποκρίνεται στις σύγχρονες παιδαγωγικές ανάγκες.
Όμως, ο τρόπος υλοποίησης του πολλαπλού εγχειριδίου χωρίς αρχές, χωρίς εποπτεία και με ασαφείς όρους συμμετοχής «παικτών» της αγοράς, δημιουργεί εύλογη ανησυχία. Τα ιδιωτικά σχολεία και δημόσια σχολεία σε εύπορες περιοχές που θα μπορούν να εξασφαλίσουν εξωτερική χρηματοδότηση από «χορηγούς», θα έχουν πρόσβαση σε μεγαλύτερο αριθμό εκπαιδευτικού υλικού. Αυτό καταργεί την ισονομία και τη συνταγματικά θεμελιωμένη παροχή του κοινωνικού αγαθού της εκπαίδευσης επί ίσοις όροις σε κάθε παιδί.
3. Αξιολόγηση μαθητών
Την ισονομία μεταξύ των μαθητών καταργεί και η θέσπιση πολλαπλών και διαφορετικών ανά σχολείο κριτηρίων, ιδίως στο Γυμνάσιο.
4. Αντεστραμμένη τάξη
Ίσως η πιο χαρακτηριστική πρόθεση γιγάντωσης των εκπαιδευτικών ανισοτήτων μέσα από την εκπαιδευτική πράξη κρύβεται στο μοντέλο της αντεστραμμένης τάξης (flipped class). Σύμφωνα με το μοντέλο αυτό, το μάθημα γίνεται στο σπίτι, όπου οι μαθητές λαμβάνουν υλικό σε ψηφιακή μορφή από τον εκπαιδευτικό ή αναζητούν οι ίδιοι πηγές και στην τάξη γίνεται η πρακτική εφαρμογή της γνώσης.
Σε χώρες όπου δίδεται βαρύτητα στην επιμόρφωση των εκπαιδευτικών στις νέες τεχνολογίες και στις εκπαιδευτικές καινοτομίες, όπου υπάρχουν μέσα στα σχολεία συγκροτημένες βιβλιοθήκες, υπολογιστές και γρήγορο ίντερνετ και γενικότερα είναι εύκολα εφικτή η δυνατότητα άντλησης πληροφοριών έξω από τη σχολική τάξη, η αντεστραμμένη τάξη είναι ένα ενδιαφέρον εγχείρημα. Στην ελληνική κοινωνία όπου το ένα τρίτο ζει στο όριο της φτώχειας, όπου η πρόσβαση στο διαδίκτυο είναι ακόμη αδύνατη για το 21% του πληθυσμού, όπου οι ταχύτητες downloading είναι οι χαμηλότερες στην Ε.Ε. (ονομαστική 24 mbps, πραγματική 8 mbps), όπου τα σχολεία μας έχουν τεράστιες ελλείψεις στο εποπτικό υλικό, η εφαρμογή της θα αφορά μόνο σε πολλά ιδιωτικά και σε ελάχιστα δημόσια σχολεία. Η ανεπάρκεια των σχολικών υποδομών φάνηκε στην εφαρμογή της τηλεκπαίδευσης με κύριους πληγέντες τους μαθητές δημόσιων σχολείων σε φτωχές και απομονωμένες περιοχές.
Εφαρμογή καινοτομιών, όπως το πολλαπλό εγχειρίδιο και η αντεστραμμένη τάξη, απαιτούν πρώτα και κύρια συγκροτημένο πρόγραμμα κατάρτισης των εκπαιδευτικών και χτίσιμο υποδομών για όλους και σε όλες τις περιοχές τη χώρας ισότιμα, ώστε κανένα παιδί να μην μείνει πίσω. Όμως φαίνεται πως η κυβέρνηση θέλει μαθητές και πολίτες πολλών ταχυτήτων…
Εν ολίγοις: η κυβέρνηση και η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας «πουλάνε» εκσυγχρονισμό στην Παιδεία τη στιγμή που επί της ουσίας φέρνουν στο χώρο της εκπαίδευσης όρους ασύδοτης αγοράς με στόχο τη διόγκωση των ανισοτήτων, έναν αραχνιασμένο συντηρητισμό και έναν ακραίο κομματισμό που δεν συνάδει με το σχολείο του 21ου αιώνα το οποίο απαιτεί στρατηγικό σχεδιασμό, επιστημοσύνη, κοινωνικό διάλογο, διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής.
Γ. Το νομοσχέδιο «ξεχνάει» με εντολή σχολαρχών τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς από την αξιολόγηση!
Σε ό, τι αφορά στην αξιολόγηση, δεν υπάρχει καμιά απολύτως αναφορά για τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς
Πιο συγκεκριμένα, στο άρθρο 62 του νομοσχεδίου αναφέρεται το εξής:
«Οι εκπαιδευτικοί της δημόσιας εκπαίδευσης αξιολογούνται ως εξής:»
Τούτο παραβιάζει ακόμη και το νόμο Κεραμέως, ο οποίος ανέφερε στο άρθρο 2Α:
«Οι δομές, το εκπαιδευτικό έργο και οι εκπαιδευτικοί των ιδιωτικών σχολείων αξιολογούνται με ανάλογη εφαρμογή των κριτηρίων για την αξιολόγηση των δομών, του εκπαιδευτικού έργου και των εκπαιδευτικών των δημόσιων σχολείων.»
Δεν χρειάζεται πολλή φαντασία για να καταλάβει κάποιος για ποιο λόγο οι σχολάρχες επέβαλαν τη μη αξιολόγηση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών (τι φοβούνται, άραγε;). Επομένως, δεν πρέπει να προκαλεί εντύπωση το ότι η Υπουργός «ξέχασε» τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς τόσο από το διάλογο για το νομοσχέδιο όσο και από το ίδιο το νομοσχέδιο.
Πρόκειται για ομολογία ενοχής, καθώς αντιλαμβάνεται πως όσα, έστω προσχηματικά και επικοινωνιακά φέρνει προς ψήφιση, έρχονται σε ευθεία αντίθεση με όσα άθλια ψήφισε στο νόμο της για την ιδιωτική εκπαίδευση όπου το μόνο «παιδαγωγικό» και «αξιολογικό» κριτήριο είναι ο «νόμος» του σχολάρχη.
Επίσης, στα άρθρα 85-91 που αναφέρονται σε σημαντικές ενδοσχολικές δομές και διαδικασίες, (μέντορας, ενδοσχολικός συντονιστής), δεν υπάρχει καμιά αναφορά στην ιδιωτική εκπαίδευση.
Για το ζήτημα της επιλογής των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ως στελεχών εκπαίδευσης που κρίνεται αρχικά ως μια θετική ρύθμιση, θα πρέπει να μας απαντήσει η Υπουργός, βάσει της παρ. 7 του άρθρου 54:
- Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί που «δύνανται» να επιλέγονται ως στελέχη εκπαίδευσης, για ποιες θέσεις μπορούν να επιλεγούν;
- Η υποβολή υποψηφιότητας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών υποβάλλεται τυπικά ή προς έγκριση στο Διευθυντή της σχολικής μονάδας (βλέπε στο σχολάρχη);
Δ. Ποιες ίσες ευκαιρίες;
Τέλος, στην παρουσίαση του νομοσχεδίου τόσο ο Πρωθυπουργός όσο και η Υπουργός Παιδείας μίλησαν για τις περίφημες «ίσες ευκαιρίες» των παιδιών (μόνο) στα δημόσια σχολεία. Απολύτως κατανοητό ότι άφησαν εκτός κάδρου την ιδιωτική εκπαίδευση. Το κομμάτι αυτό για την παρούσα κυβέρνηση θα πρέπει να είναι απολύτως ανεξέλεγκτο, ώστε σε κάποια «πειρατικά» σχολεία να ρέουν άφθονα τα ψεύτικα άριστα.
Αν πραγματικά πίστευαν στην αξιολόγηση, τότε δεν θα φοβούνταν να εντάξουν (όπως επιβάλλει και ο νόμος Κεραμέως αλλά κυρίως ο Ν. 1566/85 που αναφέρει πως τα ιδιωτικά σχολεία υπάγονται στο γενικό καθεστώς οργάνωσης και διοίκησης της εκπαίδευσης) και τους ιδιωτικούς εκπαιδευτικούς στις διατάξεις του νομοσχεδίου. Κυρίως, όμως, θα αποδέχονταν την πρόταση της Πρωτοβουλίας για την Παιδεία 44 Εργατικών Κέντρων και της ΟΙΕΛΕ. Να δώσουν εξετάσεις οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων υπό δημόσιο έλεγχο, ώστε πράγματι όλα τα παιδιά, ανεξαρτήτως κοινωνικής και οικονομικής προέλευσης, να έχουν κατά το δυνατόν ίσες ευκαιρίες στην εκπαίδευση, στην εργασία και στη ζωή.
Όμως, μην έχοντας τη δύναμη να αντισταθεί στις εντολές των σχολαρχών, η κ. Κεραμέως ακυρώνει ακόμη και τον ίδιο της το νόμο. Δείγμα των καιρών για το Υπουργείο Παιδείας, απειλή για τη λειτουργία της δημοκρατίας…